ΧΑΡΑ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΜΠΑΙΝΟΥΝ
ΕΙΡΗΝΗ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΜΕΝΟΥΝ
ΕΥΛΟΓΙΑ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΦΕΥΓΟΥΝ.



Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΕΧΕΙ ΤΡΙΑ ΠΛΟΚΑΜΙΑ.ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΦΤΩΧΟΥΣ ΤΟΝ ΚΟΥΜΜΟΥΝΙΣΜΟ,
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΟΥΣ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥΣ ΤΗΝ ΜΑΣΟΝΙΑ.
ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ


ΠΙΣΤΗ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΣΙΓΟΥΡΙΑ ΓΙ'ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ
ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΓΙἈΥΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΒΛΕΠΟΥΜΕ!!!!!!!!


Η ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ ΘΕΛΕΙ ΟΧΙ Ν΄ΑΔΕΙΑΣΟΥΝ ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ,ΑΛΛΑ ΝΑ ΓΕΜΙΣΟΥΝ ΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΘΑ ΕΧΟΥΝ ΑΛΛΟΙΩΜΕΝΟ ΤΟ ΦΡΟΝΙΜΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΠΙΣΤΗ.
ΠΑΤΗΡ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ







ΠΟΤΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΘΑ ΠΑΡΕΙ ΘΕΣΗ Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ;


1.Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΗ;

2.Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ;

3.Ο ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΗ;

4.ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΟΙ ΣΥΜΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΜΕ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ;






ΑΡΑΓΕ ΠΟΣΟ ΔΥΣΚΟΛΟ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΘΟΥΝ ΑΥΤΑ ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΣΤΟΥΣ ΠΙΣΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ;



ΤΡΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ

Α) ΤΟΥ ΑΔΑΜ

Β)ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ

Γ)ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΡΩΜΗΣ.

ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ




















Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2018

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΑΡΤΙΟΥ Α΄& Β΄ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΝΗΣΤΕΙΩΝ.


ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΗΝΟΣ ΜΑΡΤΙΟΥ
Β΄& Γ΄ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
ΠΕΜΠΤΗ 01/03/2018
ΙΕΡΑ ΑΓΡΥΠΝΙΑ
ΕΠΙ ΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΠΛΑΝΑ
ΩΡΑ 07:00μ.μ. – ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΜΙΚΡΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ
ΩΡΑ 07:30μ.μ. – ΠΑΡΑΚΛΗΣΙΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΠΛΑΝΑ
ΩΡΑ 08:00μ.μ. – ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΟΡΘΡΟΥ - 
ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ Α΄,Γ΄,ΣΤ΄,Θ΄,ΩΡΑΣ -
ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΣ
ΤΩΝ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΩΝ ΔΩΡΩΝ

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 2/3/2018
ΩΡΑ 06:15μ.μ. – ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑΣ
ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΜΙΚΡΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ -  Β΄ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ
ΣΑΒΒΑΤΟ 3/3/18
ΩΡΑ 07:00Π.Μ.- ΟΡΘΡΟΣ & ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ 04/3/18 - 
ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ
ΩΡΑ 07:00 Π.Μ.-ΟΡΘΡΟΣ & ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΑ  5/3/2018
ΩΡΑ 04:30μ.μ. – ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ
ΤΡΙΤΗ  6/3/2018
ΩΡΑ 04:30μ.μ. – ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ
ΤΕΤΑΡΤΗ 7/3/2018
ΩΡΑ 07:00 μ.μ. –ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ Θ΄,ΩΡΑΣ  &
ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΣ
ΤΩΝ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΩΝ ΔΩΡΩΝ
ΠΕΜΠΤΗ  8/3/2018
ΩΡΑ 04:30μ.μ. – ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ  9/3/2018 - 
ΑΓΙΩΝ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΤΑ ΜΑΡΤΥΡΩΝ
ΩΡΑ 07:00 π.μ.- ΟΡΘΡΟΣ - ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ Α΄,Γ΄,ΣΤ΄,Θ΄,ΩΡΑΣ  &
ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΣ
ΤΩΝ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΩΝ ΔΩΡΩΝ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 9/3/2018
ΩΡΑ 06:15μ.μ. – ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑΣ
ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΜΙΚΡΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ -  Γ΄ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ
ΣΑΒΒΑΤΟ 10/3/18
ΩΡΑ 07:00Π.Μ.- ΟΡΘΡΟΣ & ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ Ι.ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ 11/03/18
ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ
ΩΡΑ 07:00 Π.Μ.-ΟΡΘΡΟΣ & ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2018

ΚΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ ΑΔΕΡΦΟΙ ΜΟΥ!!!

ΜΕ ΤΗΝ ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
ΚΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ 
ΚΑΛΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΝ ΑΓΩΝΑ ΣΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΩΝ ΑΡΕΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝΑΝΤΙΩΝ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ. 
ΤΟ ΝΑ ΠΕΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ.
ΤΟ ΝΑ ΜΕΙΝΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ ΔΑΙΜΟΝΙΚΟ.
ΤΟ ΝΑ ΣΗΚΩΘΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΑΓΙΟ.
ΤΟ ΝΑ ΣΥΓΧΩΡΕΣΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΘΕΪΚΟ.
ΚΑΛΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΑΔΕΡΦΟΙ ΜΟΥ!

Η ΚΥΡΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΑΓΙΑ ΦΙΛΟΘΕΗ.

ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΕΝΔΟΞΟΥ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΦΙΛΟΘΕΗΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΙΑΣ.
 
Η Αγία Φιλοθέη γεννήθηκε το έτος 1522 μ.Χ. στην τουρκοκρατούμενη τότε Αθήνα. Οι ευσεβείς γονείς της ονομάζονταν Άγγελος και Συρίγα Μπενιζέλου. Η μητέρα της ήταν στείρα και απέκτησε την Αγία μετά από θερμή και συνεχή προσευχή.
  Ο Κύριος που ικανοποιεί το θέλημα εκείνων που Τον σέβονται και Τον αγαπούν, άκουσε την δέησή της. Και πράγματι, μια ημέρα η Συρίγα μπήκε κατά την συνήθειά της στο ναό της Θεοτόκου για να προσευχηθεί και από τον κόπο της έντονης και επίμονης προσευχής την πήρε για λίγο ο ύπνος. Τότε ακριβώς είδε ένα θαυμαστό όραμα. Ένα φως ισχυρό και λαμπρό βγήκε από την εικόνα της Θεομήτορος και εισήλθε στην κοιλιά της. Έτσι ξύπνησε αμέσως και έκρινε ότι το όραμα αυτό σήμαινε στην ικανοποίηση του αιτήματός της. Έτσι κι έγινε. Ύστερα από λίγο καιρό η Συρίγα έμεινε έγκυος και έφερε στον κόσμο τη μονάκριβη θυγατέρα της.
Μαζί με την Χριστιανική ανατροφή, έδωσαν στην μοναχοκόρη τους και κάθε δυνατή, για την εποχή εκείνη, μόρφωση.Έτσι η Ρηγούλα (ή Ρεβούλα, δηλαδή Παρασκευούλα),αυτό ήταν το όνομά της προτού γίνει μοναχή, όσο αύξανε κατά την σωματική ηλικία, τόσο προέκοπτε και κατά την ψυχή, όπως λέει το συναξάρι της.
  Σε ηλικία 14 χρονών, οι γονείς της την πάντρεψαν, παρά την θέλησή της, με έναν από τους άρχοντες της Αθήνας. Αργότερα, αφού πέθαναν οι γονείς και ο σύζυγός της, ήρθε η ώρα να πραγματοποιήσει ένα μεγάλο πόθο της. Αφιερώνεται εξ ολοκλήρου στον Χριστό, γίνεται μοναχή και παίρνει το όνομα Φιλοθέη.
 Κατ' αρχήν, ύστερα από εντολή του Αγίου Ανδρέα του Πρωτόκλητου, τον οποίο είδε σε όραμα, οικοδόμησε ένα γυναικείο μοναστήρι με αρκετά κελιά, στο οποίο και έδωσε το όνομα του Αγίου για να τον τιμήσει. Στο μοναστήρι πρόσθεσε και άλλα αναγκαία οικοδομήματα και εκτάσεις και το προικοδότησε με μετόχια και υποστατικά, που υπερεπαρκούσαν για τη διατροφή και συντήρηση των μοναζουσών.
 Το μοναστήρι αυτό του Αγίου Ανδρέα σωζόταν στην Αθήνα, με τη Χάρη του Θεού, επί πολλά έτη μετά την κοίμηση της Αγίας και ήταν πλουτισμένο, όχι μόνο με υποστατικά και διάφορα μετόχια, αλλά και με πολυειδή χρυσοΰφαντα ιερατικά άμφια και σκεύη, απαραίτητα για τις ετήσιες ιερές τελετές και αγρυπνίες. Προπαντός όμως το μοναστήρι σεμνυνόταν και εγκαλλωπιζόταν με το θησαυρό του τιμίου και αγίου λειψάνου της Αγίας, το οποίο ήταν αποθησαυρισμένο και αποτεθειμένο στο δεξιό μέρος του Ιερού Βήματος, όπου και το ασπάζονταν με ευλάβεια όλοι οι Χριστιανοί. Το τίμιο λείψανο της Αγίας σκορπούσε ευωδία, γεγονός που αποτελούσε εμφανή μαρτυρία και απόδειξη της αγιότητας αυτής.
  Το παράδειγμά της, λοιπόν, να αφιερωθεί στον Χριστό, το ακολουθούν και άλλες νέες. Σε λίγο διάστημα, η μονή έφθασε να έχει διακόσιες αδελφές. Η μονή της Οσίας Φιλοθέης γίνεται πραγματικό λιμάνι. Εκεί βρίσκουν προστασία όλοι οι ταλαιπωρημένοι από την σκλαβιά. Εκεί οι άρρωστοι βρίσκουν θεραπεία, οι πεινασμένοι τροφή, οι γέροντες στήριγμα και τα ορφανά στοργή.
  Η Οσία, παρά τις αντιδράσεις των Τούρκων, οικοδομεί διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα, νοσηλευτήρια, ορφανοτροφεία, «σχολεῖα διὰ τοὺς παίδας τῶν Ἀθηναίων, διὰ ν’ ἀνοίξη τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν πρὸς τὴν παράδοσιν καὶ τὴν δόξαν τῶν προγόνων των». Πρωτοστατεί σε όλα αυτά τα έργα η ηγουμένη Φιλοθέη. Διδάσκει με τα λόγια και με τη ζωή της. Στηρίζει τους πονεμένους σκλάβους με την προσευχή της. Ιδιαίτερες είναι οι φροντίδες της για να σώσει από τον εξισλαμισμό ή την αρπαγή των Τούρκων τις νέες Ελληνίδες. Το έργο της, κατά βάση εθνικό και θρησκευτικό, ξεπέρασε τα όρια της Αθήνας και έγινε γνωστό σε όλη την Ελλάδα. Αδιαφιλονίκητη ιστορική επιβεβαίωση για το έργο αυτό παρέχει η αλληλογραφία της Φιλοθέης με τη Γερουσία της Βενετίας (1583 μ.Χ.), από την οποία ζητούσε οικονομική βοήθεια.
  Η όλη όμως δράση της Αγίας Φιλοθέης εξαγρίωσε κάποτε τους Τούρκους. Κάποια στιγμή την συλλαμβάνουν και εκείνη με πνευματική ανδρεία ομολογεί: «Εγώ διψώ να υπομείνω διάφορα είδη βασανιστηρίων για το όνομα του Χριστού, τον οποίο λατρεύω και προσκυνώ με όλη μου την ψυχή και την καρδιά, ως Θεό αληθινό και άνθρωπο τέλειο και θα σας χρωστάω μεγάλη ευγνωμοσύνη αν μπορείτε μια ώρα πρωτύτερα να με στείλετε προς Αυτόν με το στεφάνι του μαρτυρίου». Ύστερα από την ηρωική αυτή απάντηση προς τους κατακτητές, όλοι πίστευαν ότι η πανευτυχής και φερώνυμη Φιλοθέη εντός ολίγου θα ετελειούτο διά του μαρτυρικού θανάτου. Όμως, κατά θεία βούληση, την τελευταία σχεδόν στιγμή πρόφθασαν κάποιοι Χριστιανοί και καταπράυναν τον ηγεμόνα με διάφορους τρόπους. Έτσι πέτυχαν να ελευθερώσουν την Αγία.
  Αφεθείσα πλέον ελεύθερη, η Αγία Φιλοθέη, επέστρεψε αναίμακτη στο μοναστήρι της, όπως επί Μεγάλου Κωνσταντίνου ο μυροβλύτης Νικόλαος και πολλούς αιώνες αργότερα ο Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Φρόντιζε δε, όχι μόνο για τη σωτηρία της δικής της ψυχής αλλά και των άλλων, αφού τους μεν ενάρετους τους στερέωνε στην αρετή, τους δε αμαρτωλούς τους βελτίωνε ηθικά και τους οδηγούσε στη μετάνοια. Και αποκλειστικά για το σκοπό αυτό πέρασε στη νήσο Τζια (Κέα), όπου προ πολλού είχε οικοδομήσει μετόχι, για να αποστέλλει εκεί τις μοναχές εκείνες που φοβούνταν για διαφόρους λόγους να διαμένουν στην Αθήνα. Στην Τζια έμεινε αρκετό χρόνο και κατήχησε θεαρέστως τις ασκούμενες αδελφές στην ακριβή τήρηση των κανόνων της μοναστικής ζωής. Μόλις τελείωσε το έργο της εκεί, επέστρεψε και πάλι στην Αθήνα.
  Έτσι λοιπόν, η Αγία Φιλοθέη, αφού έφθασε στην τελειότητα και στην πράξη και στην θεωρία, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα, από τα οποία, προς απόδειξη του θαυματουργικού της χαρίσματος, θα μνημονεύσουμε ένα μόνο, το ακόλουθο: Ζούσε στην εποχή της ένας νέος, ποιμένας προβάτων, ο οποίος από πολύ μικρός είχε συνηθίσει στις κλεψιές και στις ραδιουργίες. Ο νέος αυτός, κατά παραχώρηση του Θεού, κυριεύθηκε από τον Σατανά. Εξ αιτίας τούτου περιφερόταν στα βουνά και στις σπηλιές γυμνός και τετραχηλισμένος, θέαμα όντως ελεεινό. Πολλές φορές, όταν συνερχόταν από την τρέλα, στην οποία τον είχε οδηγήσει ο Σατανάς, σύχναζε στα γύρω μοναστήρια για να βρει θεραπεία στην ασθένειά του. Δεν μπορούσε όμως να πετύχει τίποτε. Κάποιοι, που τον ευσπλαγχνίστηκαν, τον οδήγησαν στην Αγία Φιλοθέη η οποία, ύστερα από πολύ και εκτενή προσευχή τον λύτρωσε από εκείνη τη διαβολική μάστιγα. Έπειτα, αφού το νουθέτησε αρκετά, τον εισήγαγε και στην τάξη των μοναχών. Και έτσι ο νέος εκείνος, αφού εκάρη μοναχός, πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του με μετάνοια και άσκηση, θαυμαζόμενος απ' όλους.
  Μάταια οι Τούρκοι προσπαθούν να ανακόψουν την δράση της. Ώσπου μια νύχτα, στις 2 Οκτωβρίου του έτους 1588 μ.Χ., πήγαν στο μονύδριο που είχαν οικοδομήσει στα Πατήσια (έτυχε τότε να εορτάζεται η μνήμη του αγίου ιερομάρτυρος Διονυσίου του Αρεοπαγίτου και η Αγία μαζί με τις άλλες αδελφές βρίσκονταν στον ιερό ναό επιτελώντας ολονύκτια αγρυπνία) και πέντε από αυτούς ανέβηκαν στον εξωτερικό τοίχο και πήδησαν μέσα στην αυλή. Στην συνέχεια εισέβαλαν στο ναό, όπου άρπαξαν την Αγία και την μαστίγωσαν με μανία και βαναυσότητα και την εγκαταλείπουν ημιθανή έξω από τη μονή της.
 Έξω από το ναό, στα δεξιά της εισόδου του, σώζεται η κολώνα, όπου η Φιλοθέη δέθηκε και μαστιγώθηκε. Οι μοναχές της την μετέφεραν στην κρύπτη της στην Καλογρέζα. Εκεί η Φιλοθέη υποκύπτει στα τραύματά της στις 19 Φεβρουαρίου 1589 μ.Χ.
 Είκοσι ημέρες μετά από την κοίμηση της Αγίας, ο τάφος της ευωδίαζε. Ακόμη, όταν μετά από ένα έτος έγινε η ανακομιδή, το τίμιο λείψανό της βρέθηκε σώο και ακέραιο. Επιπλέον ήταν γεμάτο με ευωδιαστό μύρο, τρανή και λαμπρή απόδειξη της θεάρεστης και ενάρετης πολιτείας της, προς δόξα και αίνο του Θεού και καύχημα της πίστεώς μας. Το ιερό λείψανό της βρίσκεται σήμερα στον Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών. Στο μνήμα της απάνω βρεθήκανε γραμμένα τούτα τα λόγια: «Φιλοθέης υπό σήμα τόδ' αγνής κεύθει σώμα, ψυχήν δ' εν μακάρων θήκετο Yψιμέδων».
 H Φιλοθέη ανακηρύχθηκε αγία επί Oικουμενικού Πατριάρχου Mατθαίου B΄ (1595 - 1600 μ.Χ.). Ο Nεόφυτος ο μητροπολίτης Aθηνών, αφού εξήτασε και ερεύνησε τα κατά τον βίον και το μαρτύριον της οσίας, σύνταξε αναφορά στο Πατριαρχείο μαζί με τους επισκόπους Kορίνθου και Θηβών και με τους προκρίτους της Aθήνας για να τάξει την οσία Φιλοθέη στους χορούς των αγίων. Σ' αυτό το συνοδικό έγγραφο είναι γραμμένα και τούτα: «Eπειδή εδηλώθη ασφαλώς ότι το θειότατον σώμα της οσιωτάτης Φιλοθέης ευωδίας πεπληρωμένον εστί και μύρον διηνεκώς εκχείται, αλλά και τοις προσιούσι τε ασθενέσι τε και θεραπείας δεομένοις την ίασιν δίδωσι... τούτου χάριν έδοξε ημίν τε και πάση τη ιερά Συνόδω των καθευρεθέντων ενταύθα αρχιερέων συγγραφήναι και ταύτην εν τω χορώ των οσίων και αγίων γυναικών, ώστε κατ' έτος τιμάσθαι και πανηγυρίζεσθαι». Tην Aκολουθία της την έγραψε κάποιος σοφός και ευλαβής άνθρωπος που ονομαζόταν Iέραξ. Aνάμεσα στα ωραία εγκώμια είναι και τούτο: «Δαυΐδ γαρ το πράον έσχες και Σολομώντος, σεμνή, την σοφίαν, Σαμψών την ανδρείαν, και Aβραάμ το φιλόξενον, υπομονήν τε Iώβ, του Προδρόμου δε θείαν άσκησιν...».
Ἀπολυτίκιον 
Ἀθηναίων ἡ πόλις ἡ περιώνυμος Φιλοθέην τιμᾷ τὴν ὁσιομάρτυρα καὶ ἀσπάζεται αὐτῆς τὸ θεῖον λείψανον, ὅτι ἐβίωσε σεμνῶς καὶ μετήλλαξε τὸ ζῆν ἀθλήσει καὶ μαρτυρίῳ, καὶ πρεσβεύει πρὸς τὸν Σωτῆρα, διδόναι πᾶσι τὸ θεῖον ἔλεος.

Σάββατο 17 Φεβρουαρίου 2018

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ ΜΗΝΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ.


ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
ΜΗΝΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ
ΚΑΘΑΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ   19\02\2018  -
ΩΡΑ 04:30Μ.Μ.- ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ
ΤΡΙΤΗ 20\02\2018 –
ΩΡΑ 04:30Μ.Μ.- ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ
ΤΕΤΑΡΤΗ 21/02/18 –
ΩΡΑ 06:00 Μ.Μ.- ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΔΗΜΗΤΡΙΟΝ
ΩΡΑ 06:30Μ.Μ.- ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ Θ΄ΩΡΑΣ &
ΩΡΑ 07:00Μ.Μ.- ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΠΕΜΠΤΗ 22/02/2018
ΩΡΑ 04:30 Μ.Μ.- ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 23\02\2018
ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΣΜΥΡΝΗΣ- ΔΑΜΙΑΝΟΥ ΕΣΦΙΓΜΕΝΙΤΗ
ΩΡΑ 05:30Μ.Μ.- ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ Α΄,Γ΄, ΣΤ΄,Θ΄,ΩΡΑΣ,
ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΘΕΙΑΣ ΜΕΤΑΛΗΨΕΩΣ
ΩΡΑ 07:00 Π.Μ.- ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΕΣΠΕΡΑΣ
ΩΡΑ 06:15Μ.Μ.- ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΝ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑ
ΩΡΑ 07:00Μ.Μ.- ΜΙΚΡΟ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ - ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ Α΄ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ
ΣΑΒΒΑΤΟ Α΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ 24\02\2018
Α΄& Β΄ΕΥΡΕΣΙΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
Ἀναμνηση τοῦ δια κολλύβων θαύματος τῶν Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος.
ΩΡΑ 05:30 Π.Μ.- ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΚΟΝ - ΨΑΛΤΗΡΙ – ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ
ΩΡΑ 07:00 Π.Μ.- ΟΡΘΡΟΣ & ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
 (Εὐλόγηση Κόλλυβων Ἁγίων Θεοδώρων)
ΚΥΡΙΑΚΗ  25/02/18 Α΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ)
ΩΡΑ 05:30Π.Μ.- ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΚΟΥ – 
ΘΕΙΑΣ ΜΕΤΑΛΗΨΕΩΣ -  ΨΑΛΤΗΡΙ 
ΩΡΑ 07:00 Π.Μ.-ΟΡΘΡΟΣ  & ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
(Λιτάνευση τῶν ἱερῶν εἰκόνων.)
ΔΕΥΤΕΡΑ   26\02\2018  -
ΩΡΑ 04:30Μ.Μ.- ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ
ΤΡΙΤΗ 27\02\2018 –
ΩΡΑ 04:30Μ.Μ.- ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ
ΤΕΤΑΡΤΗ 28/02/18 –
ΩΡΑ 06:00 Μ.Μ.- ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΔΗΜΗΤΡΙΟΝ
ΩΡΑ 06:30Μ.Μ.- ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ Θ΄ΩΡΑΣ &
ΩΡΑ 07:00Μ.Μ.- ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ


Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2018

Ο ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ.

ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ ΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ
 Ο Άγιος Θεόδωρος ο Νεομάρτυρας ο Βυζαντινός εορτάζει στις 17 Φεβρουαρίου.
Τα παιδικά χρόνια του Νεομάρτυρα Αγίου Θεοδώρου του Βυζαντίου.
Ο Νεομάρτυρας Θεόδωρος ο Βυζάντιος, πολιούχος άγιος της Μυτιλήνης ανήκει στην εκλεκτή χορεία των γενναίων στρατιωτών του Χριστού που θυσίασαν τη ζωή τους στην ομολογία της Πίστεως στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Γεννήθηκε το έτος 1774 στο Νεοχώρι Βυζαντίου και ήταν παιδί ευσεβών ορθοδόξων Χριστιανών. Ο πατέρας του ονομαζόταν Αναστάσιος και η μητέρα του Σμαραγδή. Η ευλογημένη αυτή οικογένεια έκτος από τον Θεόδωρο είχε και άλλα δυο παιδιά, τον Αντώνιο και τον Γεώργιο,που είχαν διαπαιδαγωγηθεί χριστιανικά. Ο Θεόδωρος έζησε τα παιδικά του χρόνια με χριστιανικά βιώματα.
  Ο πειρασμός όμως έχει πολλά δολώματα και πάντα είναι απειλητικός, όταν κανείς αμελήσει και φανεί απρόσεκτος. Ο άγιος Νεομάρτυρας Θεόδωρος, μάθαινε την τέχνη του ζωγράφου κοντά σ' έναν ταλαντούχο δάσκαλο της ζωγραφικής. Κάποια μέρα ο Σουλτάνος αποφάσισε να διακοσμήσει τα ανάκτορα του. Επειδή λοιπόν είχε γίνει γνωστός για την τέχνη του ο Χριστιανός δάσκαλος της ζωγραφικής, τον κάλεσε μαζί και τον μαθητή του Θεόδωρο να δουλέψουν στο παλάτι του και να το ομορφύνουν.
Ο νεαρός Θεόδωρος είχε θαμπωθεί από τα πλούσια αγαθά και τη χλιδή του σουλτανικού ανακτόρου. Οι καθημερινές συναντήσεις και συναναστροφές με μουσουλμάνους,οι ελκυστικές περιποιήσεις που απολάμβανε, το άστατο και άπειρο της ήλικίας του, άρχισαν να τον απομακρύνουν από την πραγματικότητα της ζωής που αντιμετώπιζετο σκλαβωμένο Γένος. Άρχισε να ξεθωριάζει η πίστη του στον Χριστό και η αγάπη του στην Πατρίδα.
Η αλλαξοπιστία του
Οι άνθρωποι του Σουλτάνου, που είχαν φροντίσει να του προσφέρουν εφήμερες χαρές και απολαύσεις, του ζήτησαν κάποια μέρα να γίνει δικός τους και του υπόσχονταν τιμές και αξιώματα. Ο Θεόδωρος ζει σαν σε όνειρο. Δέχεται λοιπόν ν' αλλαξοπιστήσει δημόσια. Να αρνηθεί τον Χριστό και ν' ασπαστεί τη μωαμεθανική θρησκεία.
Η πνευμονική πανώλης - Αρχή μετανοίας
Ο Κύριος όμως, που θέλει όλοι να σωθούν, να ξεφύγουν από την πλάνη και να επιστρέψουν στην αλήθεια, φροντίζει και δίνει ευκαιρίες σωτήριας. Είχαν περάσει τρία χρόνια από την ημέρα που ο Θεόδωρος είχε αρνηθεί την πίστη του και ζούσε με πολλές ανέσεις και απολαύσεις στα σεράγια του Σουλτάνου, όταν ξαφνικά φοβερήθανατηφόρος επιδημία πνευμονικής πανώλους (πανούκλας), άρχισε να θερίζει ζωές στο Βυζάντιο. Φόβος και τρόμος απλώθηκε απ' άκρον εις άκρον. Το δρεπάνι του θανάτου θερίζει δεκάδες καθημερινά στην Κωνσταντινούπολη. Ο ίδιος ο Σουλτάνος, πανικόβλητος, προστάζει να κλείσουν οι πόρτες του παλατιού και να κοπεί κάθε επικοινωνία με τον έξω κόσμο.
Το γεγονός αυτό ταρακουνάει και τον αλλαξοπιστήσαντα Θεόδωρο. Καταλαβαίνει πόσο μικρά και τιποτένια φαίνονται όλα, όταν η απειλή του θανάτου γίνεται ορατή.
Και καθώς περνάνε όλα αυτά από το μυαλό του, ταράζεται και αυθόρμητα μονολογεί: «Παναγία μου, βοήθησέ με...» Δάκρυα καυτά ποτίζουν το μαξιλάρι του. Δάκρυα μετανοίας. Παρακαλεί τον Χριστό, που πρόδωσε, να τον φυλάξει ζωντανό. Δεν θέλει να πεθάνει ως αρνητής Του. Κατόπιν προσπάθησε να δραπετεύσει μία φορά αλλά οι τούρκοι τον βρήκαν και τον ξαναγύρισαν πίσω. Μετανοημένος κατέφυγε στην προσευχή ζητώντας από τον Θεό να τον συγχωρήσει.
Και πάλι όμως ο Πολυεύσπλαγχνος Θεός του δίνει την εύκαιρία να έλευθερωθεί σωματικά και ψυχικά. Να βρεθεί έξω από τα παλάτια του Σουλτάνου. Ο Θεόδωρος είχε φιλία με έναν καλό Χριστιανό που έργαζόταν στις έξωτερικές δουλειές του παλατιού. Από αυτόν ζήτησε ο Άγιος να τον βοηθήσει. Του ζήτησε να του φέρει μια στολή ναυτικού ώστε να ντυθεί με αυτήν και να καταφέρει να φύγει ανενόχλητος από τα ανάκτορα. Έτσι και έγινε. Ο Άγιος κατάφερε και έφυγε και πήγε στην Κωνσταντινούπολη όπου πήγε σε κάποιο ιερέα και εξομολογήθηκε μετανοημένος το ολίσθημα του. Κατόπιν πήγε στο λιμάνι να επιβιβαστεί σε ένα χιώτικο καράβι για να γυρίσει στο νησί του.
Ενημέρωσε τον καπετάνιο ότι σε λίγο θα είναι κατάδικος και αυτός με κίνδυνο της ζωής του τον παίρνει μαζί τους, κρύβοντας τον. Και έτσι κατέφερε να φτάσει στη Χίο.
Μετάνοια και προσευχή
Στην Χίο ο Θεόδωρος κατέφυγε στην ιερά Μονή του Αγίου Μακαρίου Επισκόπου Κορίνθου, εκεί ανδρώθηκε πνευματικά ο πρώην εξωμότης. Κατηχήθηκε και οπλίστηκε η ψυχή του. Ήτανε μια περίοδος μετανοίας, συντριβής, προσευχής και ψυχικής ανατάσεως. Εκεί με καυτά δάκρυα μετανοίας εξομολογήθηκε τρεις φορές. Γονατιστός ζήτησε το έλεος του πολυεύσπλαχνου Θεού και τη συγχώρεσή Του για το φοβερό αμάρτημα της αρνησιθρησκίας. Ζήτησε τη συγχώρεση για όσα αμαρτήματα είχε διαπράξει ως άνθρωπος. Μετανοημένος, συντετριμμένος αλλά και έτοιμος πλέον να ομολογήσει τον Χριστό, κοινώνησε και τα Άχραντα Μυστήρια. Σώμα και Αίμα Χριστού. Παρακαλούσε τον Θεό να μην τον σιχαθεί για την άρνηση, στην οποία χωρίς κάνεις να τον βιάσει είχε υποκύψει, αλλά να τον ενδυναμώσει και να θερμάνει την καρδιά του στο μαρτύριο που είναι αποφασισμένος να πορευτεί.
Ο πειρασμός της δειλίας
Ο σατανάς όμως που έβλεπε την πνευματική πρόοδο και την ψυχική δύναμη του Θεοδώρου θλιβόταν. Άρχισε λοιπόν να του βάζει λογισμούς ολιγοπιστίας και δειλίας.
Τότε ο μακάριος Θεόδωρος κατάλαβε ότι όσο μεγαλώνει ο πνευματικός του αγώνας άλλο τόσο μεγαλώνει και η επίθεση του πονηρού που επιχειρεί να πνίξει με πειρασμούς φόβου και τρόμου τη βούλησή του. Για να πνίξει αυτούς τους λογισμούς αποφάσισε το γρηγορότερο να πάει να μαρτυρήσει. Αποχαιρετάει τον πνευματικό του πατέρα,ο οποίος με πολύ αγάπη του δίνει τις τελευταίες πατρικές συμβουλές. Οι άγιοι πνευματικοί πατέρες γονατίζουν και προσεύχονται στον Θεό να ενισχύσει τον νέο υποψήφιο μάρτυρά Του, και αυτός συγκινημένος από τις θερμές ευχές τους εγκαταλείπει τη Χίο. Η Μυτιλήνη είναι ο προορισμός του και στο ταξίδι του αυτό τον συνοδεύει ο υπομονετικός Μοναχός Νεόφυτος. Θέλει να πάει εκεί, επειδή στο νησί, αυτό υπήρχαν ανώτερες τουρκικές αρχές. Όταν φτάνει στη Μυτιλήνη πρώτη φροντίδα του είναι να κοινωνήσει τα Άχραντα Μυστήρια για στερνή ίσως φορά, καθώς είναι αμετάκλητα αποφασισμένος για το μαρτύριο. Κατόπιν κάτω από βαθιά συγκίνηση αποχαιρέτησε τον συνοδό του Μοναχό Νεόφυτο. Τον παρακάλεσε ο Θεόδωρος μετά τον θάνατο του να πάει να βρει τους γονείς του και να τους παρηγορήσει γιατί πικρά τους είχε πικράνει.
Ενώπιον του Τούρκου κριτή
  Ήτανε μέρα Πέμπτη της πρώτης εβδομάδας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, όταν ο Θεόδωρος ντυμένος με τούρκικη φορεσιά παρουσιάστηκε στον μωαμεθανό κριτή της Μυτιλήνης. Εσύ είσαι ο κριτής; Ρώτησε ο μάρτυρας. Αυτός τότε αποκρίθηκε: Ναι, εγώ είμαι. Εσύ τι θέλεις; Τότε ο Νεομάρτυρας του είπε με θάρρος και αποφασιστικότητα:
-Εγώ ονομάζομαι Θεόδωρος. Είμαι Χριστιανός Ορθόδοξος, αλλά πριν από δέκα χρόνια, όταν ήμουνα παιδί, ξεγελάστηκα, έπεσα στα δίχτυα σας και αλλαξοπίστησα. Δέχτηκα να φύγω από την αληθινή πίστη μου και να μπω στη δική σας την ψεύτικη. Τώρα έρχομαι εδώ να σας την επιστρέψω και ν' αναλάβω τη δική μου πίστη. Την πίστη των Ορθοδόξων Χριστιανών.
Και λέγοντας αυτά έβγαλε αμέσως το τούρκικο σαρίκι, δηλαδή το τούρκικο κάλυμμα της κεφαλής του, και το πέταξε μπροστά στον κριτή με βδελυγμία. Έσκισε έπειτα και τα πράσινα περικαλύμματά του και τα καταπάτησε με περιφρόνηση δείχνοντας έτσι ότι δεν έχει πλέον καμία σχέση με την Οθωμανική θρησκεία και τους Τούρκους.
Κατόπιν είπε στον κριτή:
-Εσύ λοιπόν που είσαι ο κριτής και άκουσες την ομολογία μου, πρέπει τώρα ν' αποφασίσεις. Ξέρεις ότι δεν είμαι πλέον δικός σας, αλλά του Κυρίου μου Ιησού Χριστού.
Ότι κακό σκέφτεσαι και σχεδιάζεις, για ν' απαλλαγείς από την παρουσία μου, κάνε το χωρίς αναβολή. Είμαι ήδη έτοιμος να υπομείνω με τη δύναμη του Κυρίου μου κάθε οδυνηρή απόφασή σου.
  Άρχισαν οργισμένοι οι παρευρισκόμενοι επίσημοι τον απομακρύνουν από τον κριτή σπρώχνοντας και κτυπώντας τον. Τον οδήγησαν στο παλάτι του Ναζήρου. Εκεί τον φυλάκισαν με μια βαριά αλυσίδα περασμένη στον λαιμό του. Και όποιος τούρκος ήθελε πήγαινε στην φυλακή για να τον χτυπήσει και να τον χλευάσει. Την άλλη μέρα τον οδήγησαν με βία για εξέταση. Εκεί ο κριτής τον ρώτησε εάν ήρθε στα λογικά του. Ο Νεομάρτυρας όμως και πάλι ομολογούσε την πίστη του με θάρρος.
Τον βασανίζουν αγρία
Ακούγοντας την ομολογία του Νεομάρτυρα οι Τούρκοι τρίζουν τα δόντια τους από κακία. Ο Θεόδωρος οδηγείται έξω, «για να μην τους κολάζει» τάχα με τα λεγόμενά του.
Κατά την έξοδο, σε όλη τη διαδρομή, τον χτυπούν, τον χαστουκίζουν, τον μαστιγώνουν και τον ξαναγυρίζουν στη φυλακή. Εκεί τον δένουν και τον καταπληγώνουν με απανωτές μαστιγώσεις, στα πόδια του κυρίως. Αφήνουν έπειτα ανοικτές τις πόρτες του δεσμωτηρίου του και επιτρέπουν σε κάθε χριστιανομάχο Οθωμανό να τον μαστιγώνει. Όλο το σώμα του Νεομάρτυρα έχει γεμίσει πληγές άλλα υποφέρει καρτερικά. Ζητάει σιωπηλά με την προσευχή του τη θεία ενίσχυση και δεν παύει να λέει: «Χριστιανός είμαι».
Επακολουθούν όμως και άλλα φοβερά βασανιστήρια. Παίρνουν οι τύραννοι δυο κομμάτια κεραμίδια και τα δένουν στους κροτάφους του δυνατά με σχοινί. Υποφέρει αβάσταχτα
ο Θεόδωρος. Πετάγονται εφιαλτικά οι βολβοί των ματιών του, μεταμορφώνεται το πρόσωπο του και αλλάζει κλίση. Στρέφεται λοξά προς τα πίσω. Ο Νεομάρτυρας με όση δύναμη του έχει απομείνει ομολογεί: «Χριστιανός, χριστιανός, χριστιανός είμαι»! Κι αυτό όμως ενοχλεί τους βασανιστές του. 
Για να επιβάλουν λοιπόν στον Μάρτυρα σιωπή, βάζουν στο στόμα του μια ράβδο και σφίγγουν πάνω σ' αυτή δυνατά τα δόντια του. Την αποσύρουν έπειτα με βίαιη κίνηση και σπάνε μερικά δόντια του. Οι δυνάμεις του Θεοδώρου αρχίζουν να τον εγκαταλείπουν. Και τότε λιπόθυμο, σχεδόν μισοπεθαμένο, τον εγκαταλείπουν οι Τούρκοι και φεύγουν. Την άλλη μέρα το πρωί, ξημερώνοντας Σάββατο, επισκέπτεται τον Νεομάρτυρα στο κελί της φυλακής του ένας Χριστιανός. Τον ακούει να ψάλλει μελωδικά «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια...» και τον βλέπει μ' έκπληξη να έχει δυνάμεις. Ο Άγιος ζήτησε από ένα Χριστιανό υπηρέτη καλαμάρι και έγραψε προς τον Επίσκοπο, για να του στείλει τη Θεία Κοινωνία. Όντως τα μεσάνυχτα ο Άγιος μετάλαβε των Αχράντων Μυστηρίων.
Οδηγείται στην κρεμάλα
Χαράματα, Τούρκοι στρατιώτες και δήμιοι, μπαίνουν στο προαύλιο της φυλακής και κατευθύνονται προς το κελί του Μάρτυρα. Η καταδίκη του σε θάνατο είναι οριστική.
Του συμπεριφέρονται βάρβαρα. Τον χτυπούν και τον σέρνουν στους δρόμους σαν σφάγιο. Τον οδηγούν στον πλάτανο της πλατείας της Μυτιλήνης. Εκεί επιχειρούν να δέσουν τα χέρια του και ο Μάρτυρας ζητάει από τους Αγαρηνούς να του τα αφήσουν ένα μόνο λεπτό ελεύθερα. Στέκεται τότε σε στάση προσοχής κοιτάζοντας ανατολικά και κάνει τρεις φορές το σημείο του σταυρού και λέει:
«Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλόν».
  Τεντώνει έπειτα τα χέρια του στους δήμιους του και τους προτρέπει να του τα δέσουν. Οι Αγαρηνοί μαζεύονται τριγύρω στον Μάρτυρα, τον βλαστημούν, τον κοροϊδεύουν, μιλάνε εχθρικά για την πίστη του. Τον μαστιγώνουν έπειτα αλύπητα και τον πετούν κατάχαμα. Τον ρωτούν με σαρκασμό πως ονομάζεται και ποιά είναι η πίστη του.
Ο Θεόδωρος βαριανασαίνοντας τους απαντά: «Θεόδωρο με λένε και Χριστιανός πεθαίνω!»
Τότε οι τύραννοι πέρασαν το κεφάλι του Μάρτυρα στη θηλιά της αγχόνης και τράβηξαν το σχοινί, ώστε ν' απαγχονιστεί. Αλλά ξαφνικά η κρεμάλα κόβεται και ο Θεόδωρος πέφτει και πληγώνεται στο γόνατο απ' όπου τρέχει αίμα... Έτσι πληγωμένο τον ξανασηκώνουν οι δήμιοι και τον κρεμάνε σε σίγουρη, δυνατή κρεμάλα πλέον, όπου ο Μάρτυρας του Χριστού αφήνει τη στερνή πνοή του. Μένει στην κρεμάλα τρεις ημέρες, κατά τις οποίες από το γόνατο του έσταζε αδιάκοπα αίμα. Οι Χριστιανοί που με προσευχές συμπαραστέκονταν στο μαρτύριο του άρχισαν να πλησιάζουν μ' ευλάβεια το νεανικό σώμα του Νεομάρτυρα και το άγγιζαν με πολύ αγάπη και σεβασμό. Άλλοι κόβανε μικρά κομμάτια από τον χιτώνα του κι άλλοι ακουμπούσαν μικρά τεμάχια υφάσματος στο ματωμένο γόνατο του και τα φυλάγανε αυτά στα σπίτια τους για ευλογία και αγιασμό.
  Οι τύραννοι που ήταν εξαγριωμένοι, γιατί είχανε ντροπιαστεί από τη γενναία ομολογία του υπέρ της Πίστεως, διέταξαν να μείνει ο Θεόδωρος τρεις μέρες στην κρεμάλα.
 Πίστευαν ότι έτσι θα μπορούσαν να τον εκδικηθούν και μετά τον θάνατο του και ότι το φονικό θέαμα της αγχόνης θα προκαλούσε φόβο και τρόμο στους Χριστιανούς του νησιού.
Αφού πέρασαν οι τρεις μέρες, ευλαβείς Χριστιανοί ζήτησαν επίσημα άδεια από την τοπική εξουσία των Τούρκων να κηδεύσουν και να ενταφιάσουν το άγιο λείψανο του.
Με βουβή συμμετοχή πλήθους πιστών έγινε η κηδεία και η ταφή του Νεομάρτυρα σε μια εκκλησία της Μυτιλήνης την ονομαζόμενη «Παναγία Χρυσομαλλούσα».
Το ιερό Λείψανο του Νεομάρτυρα
Τρία χρόνια μετά το μαρτυρικό τέλος και την ταφή χου Νεομάρτυρα οι Χριστιανοί στη Μυτιλήνη, με νωπή τη μνήμη της θυσίας του, φροντίζουν για την εκταφή του. Εκεί διαπιστώνουν μ' ευχάριστη έκπληξη όχι το Λείψανο του Αγίου Θεοδώρου του Βυζαντίου δεν έχει υποταχτεί στους φυσικούς νόμους της φθοράς. Το βρίσκουνε ακέραιο και αναλλοίωτο. Βλέπουν με θαυμασμό αυτό το ολοφάνερο σημάδι της θείας χάριτος του Θεού. Γονατίζουν συγκινημένοι και πανευτυχείς οι παριστάμενοι Χριστιανοί.
  Ευχαριστούν τον Χριστό που σε τέτοιους δύσκολους χρόνους ενισχύει έτσι την πίστη τους και τους χαρίζει έναν Άγιο προστάτη. Όταν μητροπολίτης στη Μυτιλήνη ήτανε ο Ιερεμίας (1798), που έγινε έπειτα και Οικουμενικός Πατριάρχης, το Λείψανο του Αγίου, χωρίς να ξέρουν οι Τουρκικές αρχές, το πήρανε και το εναπόθεσαν ευλαβικά στην κρύπτη του ιερού Βήματος του Μητροπολιτικού ναού. Εκεί παρέμεινε επί 34 χρόνια, δηλαδή μέχρι το 1832. Από τότε δε είναι πλέον γνωστός ο Θεόδωρος ο Βυζάντιος ως προστάτης και πολιούχος της Μυτιλήνης και της Λέσβου γενικότερα.
 Η επέτειος του μαρτυρικού θανάτου του Άγιου Θεοδώρου του Βυζαντίου γιορτάζεται στις 17 Φεβρουαρίου με μεγάλο σεβασμό, με ιεροπρέπεια και κατάνυξη σε όλη τη Μυτιλήνη.
Ιερά κειμήλια του Αγίου.
  Το σεπτό λείψανο του Νεομάρτυρα ενταφιάστηκε, μπροστά στον νάρθηκα του ιερού Ναού της Παναγίας της Χρυσομαλλούσας. Αργότερα όμως, το 1881, για τεχνικούς λόγους αναγέρθηκε στη βόρεια πλευρά του ναού σαν συνέχεια του ιερού Βήματος, το ιερό κουβούκλιο του τάφου. Αποτελεί δε αυτό ένα από τα ιερά κειμήλια που συνδέονται με τονγενναίο Νεομάρτυρα. Μέσα στο κουβούκλιο αυτό, που είναι ωραίο έργο τέχνης, υπάρχει ο μαρμάρινος τάφος του Αγίου. Μια αργυρά κανδήλα, που είναι αφιέρωμα προς τον Μάρτυρα από τον αδελφό του Γρηγόριο βρίσκεται στο εσωτερικό του κουβουκλίου και αποτελεί ιδιαίτερα ξεχωριστό κειμήλιο. Ο Γρηγόριος που ήταν μητροπολίτης Αδριανουπόλεως ήθελε να φωτίζεται ο τάφος του Νεομάρτυρα αδελφού του Θεοδώρου. Η κανδήλα αυτή φέρει περιφερειακά επιγραφή του αφιερωτού. Κειμήλια που συνδέονται άμεσα με τον Άγιο Θεόδωρο τον Βυζάντιο είναι:
α) Ένα φθαρμένο υπόδημα που φορούσε ο Μάρτυρας, όταν οδηγήθηκε στο μαρτύριο. Αυτό φυλάσσεται μέσα σε αργυρά θήκη στον ιερό Ναό της Παναγίας της Χρυσομαλλούσας.
β) Τεμάχιο αιματόβρεκτο από το υποκάμισο του Αγίου που φυλάσσεται στην ιερά Μονή Λειμώνος.
Ἀπολυτίκιοv. Ἦχος ἅ΄.
(Ψάλλεται στή μνήμη τοῦ Ἁγίου στίς 17 Φεβρουαρίου)
Τῷ Θεῶ ὥσπερ δῶρον φερωνύμως Θεόδωρε, δί’ ἀθλήσεως πόνων προσηνέχθης πολύτιμον, καί ἄμωμον θύμα καί δεκτή, παμμάκαρ ἐγένου προσφορά·ὅθεν πόθω συνελθόντες, τούς σούς ἀγώνας ἐν ὕμνοις γεραίρομεν, καί δόξαν προσάγομεν Θεῶ, τῷ θαυμαστῶς σέ ἐνισχύσαντι, κατ’ ἐχθρῶν ὀρωμένων,καί ἀοράτων πολυάθλε

Ο ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ο ΤΗΡΩΝ.

ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ
ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΤΗΡΩΝΟΣ.

Καταγωγή
  Ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων, ο ένδοξος μάρτυς αυτός του Χριστού, κατήγετο, από την Αμάσεια της Καππαδοκίας και μάλιστα από το χωριό Χουμιαλιά. Έζησε δε στα χρόνια του Ρωμαίου χριστιανομάχου αυτοκράτορα Διοκλητιανού, που βασίλευε στη Δύση το 264 - 285 μ.Χ.
Εις το Τάγμα των Τηρώνων
Ο μεγαλομάρτυς Θεόδωρος ο Τήρων δεν παρουσιαζόταν σαν χριστιανός να ομολογήσει την πίστη στον Αληθινό Θεό, όχι από φόβο για χα μαρτύρια, αλλά γιατί νόμιζε, πως δεν ήταν ακόμη ενδεδειγμένο από το Θεό να μαρτυρήσει. Θέλησε, λοιπόν να εξακριβώσει, αν ήταν θέλημα Θεού να μαρτυρήσει τότε. Γι αυτό έκαμε το έξης:
  Ο Θεόδωρος ήταν νεοσύλλεκτος και υπηρετούσε στο Τάγμα των Τηρώνων, δηλαδή των νεοσυλλέκτων. Ήταν δε έξυπνος και γενναίος. Το τάγμα αυτό ήταν εκλεκτό και το στείλανε στην Ανατολή, δια να φυλάξει χα ανατολικά σύνορα χου κράτους. Στο τάγμα των Τηρώνων τοποθέτησαν τον Θεόδωρο, λίγο προτού ξεκινήσουν για την Ανατολή. Αρχηγός του τάγματος ήτο ένας Βρίγκας ονόματι. Φθάσανε στην πόλη των Ευχαΐτων. Από τα Ευχάϊτα, κατήγετο ο άλλος άγιος Θεόδωρος, ο Στρατηλάτης, που μαρτύρησε και αυτός λίγο αργότερα το 323 μ.Χ. Κοντά, λοιπόν, στα Ευχάϊτα, πενήντα περίπου χιλιόμετρα ήτανε ένα δάσος. Σ’ αυτό είχε εμφανιστεί ένα φίδι πολύ μεγάλο και ένεκα αυτού δεν τολμούσε να περάσει κανείς από εκεί. Πολλοί δε από το φόβο τους εγκατέλειψαν τα κτήματα τους, που είχαν εκεί κοντά. Αι! λοιπόν. Ο Άγιος Θεόδωρος, θέλοντας να δοκιμάσει εάν είναι θέλημα Θεού να μαρτυρήσει, πήγε καβαλάρης στο δάσος. Έψαξε πολύ να βρει το θηρίο εκείνο, αλλά δεν το Βρήκε. Κουρασμένος τώρα βγήκε στην άκρη από το δάσος και κοιμήθηκε κάτω από τον ίσκιο ενός δένδρου. Την ώρα εκείνη διάβαινε από εκεί μια πλούσια γυναίκα, που την λέγανε Ευσεβία. Ήταν πονόψυχη. Γι’ αυτό τον ξύπνησε και του είπε:
—Παλληκάρι μου, αν θέλεις τη ζωή σου, φεύγα από τον καταραμένο αυτόν τόπο. Πως κοιμάσαι ξένοιαστος; Εδώ μέσα έχει κάπου τη φωλιά του το θηρίο.
—Ποιά είσαι συ; ρώτησε την γυναίκα ο Άγιος.
—Εγώ, του αποκρίθηκε, είμαι μια Χριστιανή. Εδώ έχω κτήμα, αλλά θα το αφήσω, διότι πολλούς εδώ τους έφαγε το φίδι αυτό, ο δράκοντας. Γι’ αυτό σε παρακαλώ, φύγε και συ, διότι κινδυνεύεις.
—Μη φοβάσαι, της είπε ο Άγιος. Σήμερα θα λήξει η ιστορία αυτή. Ο Χριστός μας θα σας απαλλάξει από τον πειρασμό αυτόν.
Τότε ο Άγιος έκαμε το Σταυρό του, καβαλλίκεψε το άλογό του και μπήκε πάλι μέσα στο δάσος. Εκεί σ’ ένα μέρος άκουσε θόρυβο. Κατευθύνεται προς τα εκεί και βλέπει το ερπετό να βγαίνει από τη φωλιά του. Ήταν φοβερό και έκαμε ένα σφύριγμα τρομερό. Ο Άγιος κάνει το σταυρό του, ορμά κατ’ επάνω του και το κτυπά στο κεφάλι με το κοντάρι του. Το θηρίο από τον πόνο σύριξε δυνατά, στριφογύρισε την ούρα του, σφάδασε και ψόφησε. Τότε ο Άγιος βγήκε χαρούμενος από το δάσος, γιατί κατάλαβε,
ότι ήταν θέλημα Θεού να μαρτυρήσει. Διότι, όπως νίκησε τον αισθητό δράκοντα, έτσι θα νικούσε και τον νοητό δράκοντα τον διάβολο. Αφού, λοιπόν, απάλλαξε τον τόπον εκείνον ο Άγιος, πήγε κατ’ ευθείαν στο τάγμα του.
Αρνείται να θυσιάσει
Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο αρχηγός τους Βρίγκας, μαζί με τους στρατιώτες του θέλησε να θυσιάσουν στα είδωλα. Οι άλλοι στρατιώτες πηγαίνανε και θυσιάζανε. Ο Θεόδωρος όμως έμενε στη σκηνή του. Αυτό ήταν η αιτία να φανερωθεί, ότι ήταν Χριστιανός. Ο Βρίγκας μάζεψε όλο το τάγμα του και ρώτησε τον Άγιο εάν είναι Χριστιανός. Ο Άγιος τους απάντησε με θάρρος ότι είναι Χριστιανός. Τότε ο αρχηγός τους προσπάθησε να πείσει τον Άγιο να θυσιάσει στα είδωλα ώστε να μην ρεζιλευτεί και να μην γίνει παραβάτης των Βασιλικών διαταγών. Ο Άγιος όμως του αποκρίθηκε καθαρά:
—Είμαι Χριστιανός και δεν αρνούμαι. Σου το επαναλαμθάνω και πάλιν, ότι Χριστιανός είμαι, τον Χριστό μου προσκυνώ και Αυτού είμαι στρατιώτης. χριστιανος.gr
Ο Βρίγκας σκέφτηκε τότε να του δώσει μία μέρα να το σκεφτεί καλύτερα. Πίστευε με αυτόν τον τρόπο πως θα άλλαζε ο Άγιος και θα θυσίαζε στα είδωλα. Κατόπιν καλέσανε και εξέτασαν άλλους Χριστιανούς. Ο Θεόδωρος όμως ερχότανε κοντά τους και τους έδινε θάρρος, για να μη αρνηθούν τον Χριστό.
Καίει τον Βωμό της Ρέας
Οι τύραννοι την νύκτα εκείνη τους άλλους Χριστιανούς τους φυλάκισαν. Ο Θεόδωρος όμως πήγε δια νυκτός και έβαλε φωτιά σε ένα ειδωλολατρικό βωμό της θεάς Ρέας. Και τούτο δια να δείξει και δια των πραγμάτων, ότι αυτός μεν είναι χριστιανός, οι ειδωλολατρικοί δε θεοί, τους οποίους προσκυνούσαν εκείνοι, ήσαν ξύλα αναίσθητα. O εμπρησμός αυτός έδωσε αφορμή να γίνει μεγάλη σύγχυσης στα Ευχάϊτα. Τον Άγιο όμως, όταν έβαλε τη φωτιά, τον είδε ο υπηρέτης χου βωμού, ονόματι Κρονίδης. Αυτός, λοιπόν, συνέλαβε τον Άγιο και τον πήγε στον αρχηγό χου τόπου, τον Πόπλιο. Ο Θεόδωρος πήγε ευχαρίστως.
Όταν ο Πόπλιος έμαθε για τον Άγιο, για την πίστη του και για το ότι έκαψε τον ωμό της Ρέας με πολύ θυμό του είπε:
—Ασεβέστατε, αυτή είναι η τιμή που δίδεις στους μεγάλους θεούς; Αντί να θυσιάσεις στο βωμό της μεγάλης Ρέας, συ τον έκαψες; Και πως τόλμησες, ανόητε, και έκαμες την παρανομία; Δεν φοβήθηκες τα βασιλικά διατάγματα;
—Αρχηγέ Πόπλιε, του είπε με θάρρος ο Άγιος. Ομολογώ, ότι έκαψα τον βωμό της Ρέας, διότι θέλησα να δοκιμάσω, εάν είναι αληθινή θεά. Αλλά είδα, ότι ήταν ξύλο ξερό και αναίσθητο. Επομένως τέτοια τιμή πρέπει στα είδωλα, αφού μάτια έχουν και δεν βλέπουν, αυτιά και δεν ακούνε, στόμα και δεν μιλούνε. Τι θεοί είναι τα άλαλα ξύλα;
Στη φυλακή με τους Αγγέλους
Ο ηγεμόνας επειδή δεν μπορούσε να πη τίποτε σ’ αυτά, διέταξε και τον έδειραν. Αφού τον έδειραν πολύ, του είπε:
—Για να φανώ επιεικής εγώ, εσύ το πήρες επάνω σου. Αλλά θα σε βάλω στα βάσανα και στις τιμωρίες και τότε θα υποταχθείς και μη θέλοντας στις βασιλικές διαταγές.
—Όπως δεν δέχεσαι συ, του αποκρίθηκε ο Άγιος, τα δικά μου λόγια, έτσι δεν δέχομαι και εγώ τα δικά σου. Οι φοβερισμοί σου δεν με φοβίζουν. Οι απειλές σου τα μικρά παιδιά φοβίζουν, όχι όμως και μένα, που έχω τη δύναμη χου Χριστού μου. Για μένα αυτά είναι χαρά και αγαλλίασης. Τις τιμωρίες σου δεν τις λογαριάζω, διότι η δύναμις του Χριστού μου θα τις ελαφρώσει. Ότι θέλεις κάμε μου. Εγώ τον Χριστό μου δεν τον αρνούμαι.
Όταν άκουσε αυτά ο ηγεμόνας, έξω φρενών έγινε και έτριζε τα δόντια του από τα νεύρα του. Διέταξε δε τους υπηρέτες να τον φυλακίσουν και να μην του δώσουν ούτε νερό, ούτε ψωμί, ούτε τίποτε άλλο ώσπου να πεθάνει. Οι στρατιώτες τον έδεσαν και τον έκλεισαν στη φυλακή. Ο Χριστός όμως, επειδή όλα αυτά χα υπέμεινε, για την αγάπη Του, δεν τον άφησε, αλλά την ίδια εκείνη νύχτα χου φανερώθηκε και του είπε:
— Χαίρε Θεόδωρε, στρατιώτα μου. Μη στενοχωρείσαι καθόλου, γιατί σε έδειραν για την αγάπη μου. Εγώ, όπως πάντοτε, είμαι μαζί σου. Σε λίγες μέρες θα ‘ρθείς στη
Βασιλεία μου. Πρόσεξε να μη πάρεις τροφή από τα χέρια τους. Η Χάρις μου θα σε τρέφει. Χαίρε λοιπόν και ευφραίνου.
Μετά ταύτα ο Κύριος αναλήφθηκε και ο Άγιος έμεινε πάλι μόνος χου στη φυλακή, χαίροντας και ψάλλοντας. Μαζί του όμως ψέλνανε και Άγγελοι. Απ’ έξω οι φύλακες, που τους άκουγαν, νομίζανε όχι ήσαν Χριστιανοί στη φυλακή και ψάλλανε μαζί. Είδανε όμως, ότι η φυλακή ήταν κλειστή και σφραγισμένη με τη βασιλική σφραγίδα. Απαραβίαστη. Κοιτάζανε τότε από την κλειδαρότρυπα και είδανε μέσα πολλούς άνδρες λευκοντυμένους, που ψάλλανε μαζί με τον Άγιο. Τρέχουν τότε αμέσως στον ηγεμόνα και του λένε:
—Μέσα στη φυλακή βρίσκονται πολλοί Χριστιανοί. Δεν ξέρουμε όμως από που μπήκαν. χριστιανος.gr
Όταν το άκουσε αυτό ο Ηγεμόνας, φοβήθηκε. Πήρε μαζί του όλη την φρουρά χου και μετέβη στη φυλακή. Τοποθέτησε γύρω της τους στρατιώτες με την εντολή να προσέχουν και αν μεν είναι Χριστιανοί να τους συλλάβουν. Αυτός μπήκε μέσα στη φυλακή. Άκουσε μεν πολλούς να ψάλλουν, αλλά δεν έβλεπε κανένα, έκτος από τον Θεόδωρο, που ήταν δεμένος και ασφαλισμένος στο ξύλο. Φοβήθηκε, βγήκε έξω και έκλεισε τη φυλακή πάλι. Διέταξε όμως να δίνουν εις τον Θεόδωρο κάθε μέρα λίγο νερό και μια ουγκιά ψωμί, δηλαδή είκοσι πέντε γραμμάρια. Οι φύλακες, σύμφωνα με τη διαταγή, πήγανε την τροφή στον Άγιο. Αυτός όμως δεν την δέχτηκε.
Υποσχέσεις και μαρτύρια
Το πρωί διέταξε ο ηγεμόνας και βγάλανε τον Άγιο από τη φυλακή. Όταν τον πήγανε μπροστά του και αυτός με κολακείες και ψευδολογίες προσπάθησε να πείσει τον Άγιο να θυσιάσει στα είδωλα. Και ο Άγιος του απάντησε:
—Πόπλιε, μη νομίζεις, όχι με τέτοιες κολακείες και ψευδολογίες θα μου αλλάξεις την πίστη μου. Μάθε το καλά, όχι καν πυρ με κάψει, καν θάλασσα με πνίξει, καν ξίφος με κόψει, καν θηρία με φάγουν, καν το σώμα μου κατακόψεις σε χίλια δυο κομμάτια, εγώ τον Χριστό μου δεν τον αρνούμαι και γι’ αυτόν θέλω να τιμωρούμαι.
Ο ηγεμών ακούγοντας αυτά, θαύμασε δια την τόλμη και αποφασιστικότητα του Αγίου. Κατόπιν έδωσε διαταγή να τον κρεμάσουν με το κεφάλι κάτω. Με χέρια δε σιδερένια του έξυναν το σώμα, ώστε φανήκανε τα πλευρά του. Ο Άγιος υπέμενε καρτερικά τους τρομερούς πόνους, ψάλλοντας το: «Εὐλογήσω τόν Κύριον ἐν παντί καιρῶ, διά παντός ἡ αἴνεσις αὐτοῦ ἐν τῷ στόματί μου». χριστιανος.gr
Ο ηγεμόνας, όταν είδε ότι ούτε με αυτά τα βασανιστήρια κατόρθωσε να του αλλάξει την πίστη, διέταξε να τον ξεκρεμάσουν και του είπε:
—Δεν ντρέπεσαι, άθλιε, να ελπίζεις ακόμη, όχι θα σε σώσει ένας κακοθάνατος, ο Ναζωραίος; Σε εκείνον πιστεύεις, που δεν μπόρεσε να βοηθήσει τον εαυτόν του;
—Τέτοια ντροπή, ασεβέστατε, μακάρι να την έχω πάντοτε εγώ και όλοι οι Χριστιανοί, του αποκρίθηκε ο Μάρτυς.
Την στιγμή εκείνη έγινε σύγχυσης και αναταραχή από τον λαό και ο Πόπλιος φοβήθηκε μήπως γίνει στάση και λέγει στον Άγιο Θεόδωρο:
—Ας αφήσουμε τα πολλά λόγια και πες μου καθαρά: Θέλεις να θυσιάσεις στους θεούς ή να βασανισθείς ακόμη.
—Ασεβέστατε άνθρωπε, απάντησε ο Μάρτυς, δεν φοβάσαι, το Θεό. Ο Θεός σου έδωσε την εξουσία, και συ με διατάζεις να τον αρνηθώ και να προσκυνήσω τα αναίσθητα ξύλα.
—Σε αφήνω λίγη ώρα να σκεφθείς, του είπε. Και όταν πέρασε η λίγη αυτή ώρα του λέγει:
—Καλλίτερα θέλεις να είσαι με μας ή με τον Χριστό σου;
—Με τον Χριστό μου ήμην, είμαι και θα είμαι, του απάντησε σταθερά ο Μάρτυς.
Μετά την απάντησι αυτή ο ηγεμών έβγαλε τη θανατική απόφαση.
Στη φωτιά
«Επειδή ο Θεόδωρος αντετάχθη εις τα βασιλικά προστάγματα, αρνήθηκε τους θεούς μας και πιστεύει εις τον Ιησούν, να τον κάψετε, επειδή και αυτός έκαψε τον ναό της θεάς Ρέας». Παρέλαβαν τότε δεμένο τον Άγιο οι στρατιώτες και τον μετέφεραν εις τον τόπο της εκτελέσεως. Εκεί ο Άγιος έβγαλε την ζώνη, τα ρούχα και τα υποδήματά του. Οι στρατιώτες δια να μη ταραχθεί και φύγει θέλησαν να τον καρφώσουν στη γη, αλλά ο Μάρτυς τους είπε:
—Αφήστε με ακάρφωτο. Ο Χριστός μου, που μου έδωκε τη δύναμη και υπέμεινα τις άλλες τιμωρίες, θα με δυναμώσει και χώρα να βαστάξω το πυρ. Οι στρατιώτες, πράγματι, δεν τον καρφώσανε, αλλά απλώς τον έδεσαν. Ο Άγιος είπε τότε την εξής προσευχή:
—Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ μονογενές του Αθανάτου Πατρός, ο οποίος δια την σωτηρία μας ήλθες εις την Γή, Σε ευχαριστώ, διότι με αξίωσες να υποστώ βάσανα και τιμωρίες για Σένα. Σε δοξολογώ, διότι με αξίωσες να μιμηθώ το πάθος Σου. Σε υμνολογώ, διότι με ενδυνάμωσες να μαρτυρήσω, για την αγάπη Σου. Αξίωσε με της Βασιλείας Σου. Αλλά και τους στρατιώτες, που βρίσκονται τώρα στη φυλακή για το όνομά Σου, αξίωσέ τους να μαρτυρήσουν και να πεθάνουν για Σένα, όπως εγώ. Την ώρα δε, που ο Άγιος Θεόδωρος προσευχόταν, ένα Χριστιανός, ονόματι Κλεόβουλος, τον κοίταζε και δάκρυζε. Του λέγει τότε ο Άγιος:
—Κλεόβουλε αδελφέ, σε περιμένω. Έλα.
Συνέχισε δε ο Άγιος την προσευχή του για λίγο ακόμη και κατόπιν πήδησε μέσα στη φωτιά, που έκαιε, δοξάζοντας τον Θεό! Θαύμα εξαίσιο τότε έγινε: Η φλόγα έγινε αψίδα και περιεκύκλωσε το σώμα του Αγίου, χωρίς να το θίξει καθόλου! Ο Άγιος όμως προσευχόμενος, παρέδωσε την αγία του ψυχή εις χείρας του Θεού. Παρουσιάσθηκε τότε η Ευσεβία. Αυτή κατόρθωσε, αφού έδωσε αρκετά χρήματα, να πάρει το άγιο λείψανο του και να το ενταφιάσει εις τα Ευχάϊτα. Κάθε δε χρόνο τον εόρταζε και τον είχε βοηθό της σε κάθε δύσκολη περίσταση της ζωής της. Και όχι μόνον αυτή, αλλά και όλοι οι ασθενείς του τόπου εκείνου τον είχανε γιατρό των ψυχών και των σωμάτων. Εις τα Ευχάϊτα κτίσθηκε μεγαλοπρεπής Ναός, όπου φυλλάσσετο και το τίμιό του λείψανο. Από τα Ευχάϊτα κατόπιν ξαπλώθηκε η τιμή του Μάρτυρος Θεοδώρου σε δλη τη χριστιανοσύνη. Στην Κωνσταντινούπολη κτίσθηκαν πολλοί Ναοί εις τιμήν του. Ο σπουδαιότερος ήτο «εν τοις Σφωρακίοις». Και εις τας Αθήνας, εις το κέντρον της πόλεως ύπάρχει περικαλλής Βυζαντινός Ναός τιμώμενος επ’ ονόματι των «Αγίων Θεοδώρων» του Θεοδώρου του Τήρωνος και του Θεοδώρου του Στρατηλάτου. Ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων ονομάζεται και «Φανερωτής». Και τούτο, διότι φανερώνει σε όσους τον παρακαλούν με πίστη τα πραγματα, που έχουν χαμένα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος β΄.

Μεγάλα τὰ τῆς πίστεως κατορθώματα! ἐν τῇ πηγῇ τῆς φλογός, ὡς ἐπὶ ὕδατος ἀναπαύσεως, ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεόδωρος ἠγάλλετο· πυρὶ γὰρ ὁλοκαυτωθείς, ὡς ἄρτος ἡδύς, τῇ Τριάδι προσήνεκται. Ταῖς αὐτοῦ ἱκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΝΘΙΜΟΣ ΤΗΣ ΧΙΟΥ.

ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΝΘΙΜΟΥ  ΒΑΓΙΑΝΟΥ ΤΟΥ ΕΝ ΧΙΩ.
Ο νεοφανής και θεοφόρος πατήρ ημών Άνθιμος (κατά κόσμον Άργύριος Κ. Βαγιάνος) καταγόταν από το μυροβόλο και αγιασμένο νησί της Χίου, το ποτισμένο από το αί­μα ηρώων και αγίων. Γεννήθηκε την 1η Ιουλίου του 1869 στο χωριό Λιβά­δια από πιστούς και ενάρετους γονείς, τον Κωνσταντίνο και την Άγγεριώ. Τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του διέκρι­ναν στο μικρότερο αδελφό τους Αργύ­ριο σημεία έκτακτης παρουσίας του Θεού και πλούσιας επισκέψεως θείας χάριτος. Γράμματα ελάχιστα έμαθε ό Άργύριος. Ήξερε όμως καλά την τέχνη του υποδηματοποιού. Από νωρίς συν­δέθηκε πνευματικά με τον σεβάσμιο ιε­ρομόναχο π. Παχώμιο, τον ηγούμενο και ιδρυτή της Σκήτης των Αγίων Πατέ­ρων, πού είχε χρηματίσει μάλιστα και Γέροντας του αγίου Νεκταρίου.
   Στον π. Παχώμιο ό μικρός Άργύριος εμπιστεύθηκε από νωρίς τον βαθύ του πόθο για ολοκληρωτική αφιέρωση στο Χριστό. Ό φωτισμένος Γέροντας διέκρινε ειλικρίνεια στις προθέσεις του μικρού έφηβου και του συνέστησε να προσεύχεται και να αγωνίζεται στο σπίτι του προς το παρόν έως ότου ωρι­μάσει ό πόθος του.
Μέσα στο φτωχικό αγροτικό του σπί­τι ό μικρός Άργύριος ζούσε σαν μο­ναχός, με άσκηση, με νηστεία και με προσευχή. Αγαπούσε πολύ την ησυ­χία, πού την ονόμαζε «μητέρα όλων των μυστηρίων του Θεού», και σ' ένα υπόγειο δωματιάκι του σπιτιού του α­ποσυρόταν για αυτοκριτική και μελέ­τη. Καλλιεργούσε μάλιστα πολύ και την αρετή της φιλοπτωχείας.
Σε ηλικία 20 ετών ό Άργύριος κείρεται μοναχός από τον Γέροντα Παχώμιο, ό οποίος μάλιστα προέβλεψε το λαμπρό του μέλλον, λέγοντας πώς θα γίνει κά­ποτε «μέγας Πατήρ». Με όρεξη και με ζήλο και με σύνθημα «υπακοή και τα­πείνωση» ξεκινά τη νέα του ζωή ό μο­ναχός με το νέο του όνομα Άνθιμος. Ό ηγούμενος τον εμπιστευόταν. Του έδι­νε άδεια να στηρίζει και να συμβουλεύ­ει και άλλους. Παράλληλα όμως του αξιοποίησε και τα τεχνικά του χαρί­σματα λέγοντας του να επιβλέπει και να επιστατεί στην ανέγερση της Μονής τους του Αγίου Κωνσταντίνου.
Σύντομα όμως ό μοναχός Άνθιμος δοκιμάστηκε από τον Θεό. Τον επισκέ­φθηκε παρατεταμένη ασθένεια με δυ­νατούς πόνους στο στομάχι. Έτσι α­ναγκάστηκε με προτροπή του ηγουμένου να αποσυρθεί στο σπίτι του μέ­χρι να αναρρώσει.
Με αγόγγυστη υπομονή δέχθηκε ό Όσιος τη δοκιμασία αυτή. Χωρίς να χαλαρώσει πνευματικά και με την α­γάπη του στο Θεό πιο δυνατή συνε­χίζει την άσκηση του σε μικρό κελλάκι πού κτίζει σε κτήμα των γονέων του με την ευλογία του Γέροντος του. Εκεί έξω από την πόρτα του κελλιού του στην κουφάλα μιας γέρικης ελιάς συ­χνά προσευχόταν. Εκεί δέχθηκε και επιθέσεις του διαβόλου με περίεργους ήχους και θορύβους. Εκεί δέχθηκε και τούς γλυκασμούς της παρουσίας του Θεού και εμπειρίες ουράνιες, για τις όποιες ποτέ δεν ύπερηφανεύθηκε, αλλά ταπεινά ψιθύριζε το «Κύριε, ελέησον».
Εκεί ασκούσε με επιμέλεια και το έρ­γο του τσαγκάρη. Επιδιόρθωνε φθαρ­μένα υποδήματα και με τα χρήματα βοηθούσε τούς γονείς του και τούς διερχόμενους πτωχούς.
Σε ηλικία 40 ετών το 1909 ό Άνθιμος κείρεται μεγαλόσχημος μοναχός. Το πνευματικό κύρος του Οσίου όλο και αυξάνει. Πολλοί έρχονταν κοντά του για να τον συμβουλευθούν. Ό λόγος του γαλήνευε και μεταμόρφωνε τις ψυ­χές. Πολλοί ζητούσαν να εξομολογη­θούν. Ό ίδιος όμως δεν ήταν ιερεύς. Ούτε τολμούσε από μόνος του να ζητή­σει κάτι τόσο μεγάλο. Ούτε και ό Μη­τροπολίτης Χίου το επιθυμούσε, επει­δή έλεγε ότι ό Άνθιμος είχε «μικρή εκ­κλησιαστική παιδεία».
Το 1910 ό π. Άνθιμος πήγε στο Αδραμύττιο της Μικράς Ασίας, όπου με τη βοήθεια συγγενών του ολοκλήρωσε τις στοιχειώδεις γραμματικές του γνώ­σεις από έμπειρο διδάσκαλο. Κατά την εκεί παραμονή του ή ανεξιχνίαστη βουλή του Θεού ανύψωσε τον άγιο, σε ηλικία 41 ετών, στο μέγα υπούργημα της Ίερωσύνης. Ό Μητροπολίτης Εφέσου όταν πληροφορήθηκε για την αγιότητα και αγνότητα του ταπεινού αυτού μοναχού, έδωσε εντολή στον βοηθό Επίσκοπο του Δηλανά να τον χειροτονήσει στη Σμύρνη.
Κατά την ώρα πού ό λαός φώναζε το «άξιος», ένας δυνατός σεισμός συνο­δευόμενος από βροντές και αστρα­πές, πού κράτησαν για λίγη ώρα, συγ­κλόνισαν τούς πάντες. Ό Θεός επιβε­βαίωνε με έκτακτο σημείο την ευδοκία του στον ταπεινό δούλο του, όπως αποδείχθηκε και με τη συνέχεια της ζω­ής του. Πλημμυρισμένος στα δάκρυα και με βαθιά ευγνωμοσύνη ό νέος κλη­ρικός ευχαριστούσε τον Θεό για τα θαυμαστά μεγαλεία του.
Με έκδηλα πλέον τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και με νωπή τη θεία Χάρη της Ίερωσύνης ό νέος ιερομό­ναχος ανέλαβε με επιμέλεια τα νέα του καθήκοντα. Όλοι τον τιμούσαν και τον ευλαβούνταν. Ζητούσαν επίμονα τις προσευχές του, γιατί πίστευαν πώς εί­χε δυνατή παρρησία στο Θεό.
Εκείνη την περίοδο στο Αδραμύττιο υπήρχε ένας δαιμονισμένος, πού ήταν ό φόβος και ό τρόμος των κατοίκων. Για να προφυλαχθούν από τις βίαιες επιθέσεις του, τον έδεναν με αλυσίδες στον κορμό ενός τεράστιου πλατάνου. Πολλοί ιερείς είχαν προσευχηθεί γι' αυτόν. Αλλά μάταια... Με τις προσευ­χές όμως και τις παρακλήσεις του Ό­σιου ό δαιμονισμένος ελευθερώθηκε. Ή χαρμόσυνη αυτή είδηση απλώθηκε παντού. Ό κόσμος έτρεχε να πάρει την ευλογία του και οι εκκλησίες γέμιζαν όπου λειτουργούσε ό π. Άνθιμος. Όλα όμως αυτά έκαμαν να ανάψει ό φθό­νος των συνεφημερίων του γι' αυτόν. Για τον λόγο αυτό ό διακριτικός Όσι­ος έκρινε ότι έπρεπε να αναχωρήσει για να κοπάσει ό άνεμος της ζηλο­φθονίας.
Ένα μόνο χρόνο έμεινε εκεί. Έφυγε και πήγε στο Άγιον Όρος για να προσ­κυνήσει τα χαριτόβρυτα ιερά λείψα­να, να ζητήσει ευχές και να δεχθεί οδη­γίες στη νέα του διακονία από ενάρε­τους γέροντες. Όλοι ενθυμούνται το πέρασμα του οσίου Ανθίμου ως πέρα­σμα ενός άκακου και άγιου ιερέως.
 Νεοχειροτονημένος ιερεύς ό π.Άνθιμος,άφού πήρε τις ευλογίες τών πατέρων του Αγίου Όρουςεπέστρεψε και πάλι πίσω στό πο­λυαγαπημένο του νησίτή ΧίοΕπέ­λεξε τώρα νά ζήσει μέσα στο λεπροκομείο τής πόλεως ώς «ό εφημέριος τών λεπρών». Όταν έφθασε έκεί, αντί­κρισε θέαμα φρικτόΓύρω του άνθρω­ποι θλιμμένοι και αγριεμένοικάποιοι και βλάσφημοι - μέ πληγές πού πυορροούσαν,βίωναν κάτω άπό άθλι­ες συνθήκες τήν πικρή μοναξιάτήν περιφρόνηση του κόσμου και τόν πό­νο άπό τήν ανίατη τότε ασθένεια τουςΌλους αυτούς τούς άρρωστους ό ό­σιος Άνθιμος τούς αγκάλιασε μέ τή στοργή του και τούς υπηρέτησε σάν νά ήταν τά πιό αγαπημένα του πρό­σωπαΈτρωγε μαζί τουςΚαθάριζε μέ επιμέλεια τις δυσώδεις πληγές τουςΤούς γιάτρευε και τής ψυχής τά τραύ­ματα μέ τό Μυστήριο τής ιεράς Μετα­νοίας και ΈξομολογήσεωςΤούς λει­τουργούσεΤούς κοινωνούσεΤούς εν­ίσχυε μέ παρηγορητικά λόγιαΦρόν­τιζε ακόμη σάν καλός οικονόμος και γιά τήν πλήρη ευταξία του ΙδρύματοςΌλα έκεί λειτουργούσαν κατά τό πρό­τυπο ενός πνευματικού κοινοβίου. Μέ­σα σε λίγο χρονικό διάστημα ή ατμό­σφαιρα στο λεπροκομείο άλλαξε. Ό­λοι μιλούσαν με ευγνωμοσύνη για «το παπαδάκι του λεπροκομείου», πού με­ταμόρφωσε με τη δύναμη της αγάπης του μία κόλαση άγριότητος σ' έναν πα­ράδεισο ευγενείας και καλοσύνης, σ' έ­ναν κόσμο ελπίδος, κόσμο του Θεού.
Εκτός όμως από την προσφορά του στο λεπροκομείο, ό όσιος Άνθιμος κλήθηκε από τον Θεό να διακονήσει και σε μια άλλη επείγουσα ανάγκη της εποχής του. Στη Χίο είχαν φθάσει ξεριζωμένες από τη μικρασιατική κα­ταστροφή 50 περίπου μοναχές, πού περιφέρονταν άστεγες και ρακένδυ­τες και ζητούσαν προστασία και καθο­δήγηση. Μπροστά σ' αυτό το θέαμα ό όσιος Άνθιμος δεν έμεινε ασυγκίνητος. Τις πονεμένες αυτές και αφιερωμένες στο Χριστό ψυχές ανέλαβε σαν άλλος καλός ποιμένας να τις ποιμάνει και να τις ασφαλίσει σε ιερή μάνδρα. Με πολλές θυσίες και με συνδρομές πλου­σίων ευεργετών της Χίου έκτισε γι' αυτές ιερό Παρθενώνα, Ιερά Μονή, έξω από τον Φραγκομαχαλά. Και τις ανέθεσε στην προστασία της Ύπερ­αγίας Θεοτόκου. Με ιερή συγκίνηση θυμόταν ό Άγιος την ημερομηνία της 30ής Μαρτίου 1930 ως την ήμερα της πιο μεγάλης χαράς και ευφροσύνης πού δοκίμασε ποτέ ή ψυχή του. Ήταν τότε πού μετέφερε από το φτωχικό κελλάκι του στη νεοσύστατη ιερά Μο­νή την εικόνα της ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΒΟ­ΗΘΕΙΑΣ, την όποια ύπερευλαβείτο και κρατούσε από τα νεανικά του χρόνια «ως ιερό θησαύρισμα», κληρονομιά από τούς ευσεβείς γονείς του. Πόσες προσευχές με δάκρυα δεν είχε απευ­θύνει ό Άγιος προς την εικόνα αυτή!... Πόσα θαύματα δεν είχε δει- στον εαυτό του και σε πολλούς ασθενείς - με τις ι­κεσίες της Ύπεραγίας Θεοτόκου! Σ' αυ­τήν τη Μητέρα του κόσμου, το «τείχος των παρθένων», έναπέθεσε τη φύλα­ξη και προστασία των μοναζουσών.
Ό Όσιος εξακολουθούσε και από τη νέα αυτή έπαλξη να ακτινοβολεί και πάλι πλούσια την αγάπη του. Και να στηρίζει και να ανορθώνει όχι μόνο τις μοναχές, αλλά και τα πλήθη του κό­σμου πού κατέφθαναν εκεί καθημερι­νά για να ζητήσουν την ευχή του. Κάθε πτωχός ή άρρωστος ή κατατρεγμένος έβρισκε καταφύγιο στη ζεστή του α­γάπη. Όχι μόνο χριστιανοί αλλά και Τούρκοι και Εβραίοι τον ευλαβούνταν. Υπήρξαν μέρες πού οι επισκέπτες έ­φθαναν τούς 70.Τα χρόνια όμως περνούσαν. Ό Όσι­ος αισθανόταν τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν. Την πρωτοχρονιά του 1959 λειτούργησε για τελευταία φορά μεταρσιωμένος, όλος «φλόγα»... Και στις 15 Φεβρουαρίου του 1960 σε ηλι­κία 91 ετών, γαλήνιος και ειρηνικός έκλεισε τα μάτια του, για να αναπαυθεί στους κόλπους του Αβραάμ λέγοντας:
«Εάν παρεπίκρανα κανένα, ζητώ συγ­χώρεση . Όλους τούς παρακαλώ να εύ­χονται για την αμαρτωλή μου ψυχή».
Στο θάνατο του θρήνησε όλη ή Χίος. Τον κήδευσε με μύρα πολλά και καυ­τά δάκρυα «ως στοργικό πατέρα της». Ό Κύριος δόξασε πολύ τον δούλο του, γιατί και μετά την κοίμηση του με τις πρεσβείες του γίνονται πολλά θαύ­ματα.
Όσιος Άνθιμος της Χίου.
Μια μορφή πού θυσιάστηκε για τούς άλλους. Μια ζωή πού σαν λαμπάδα φώτιζε και θέρμαινε και έλιωνε από α­γάπη για τούς άλλους μέχρι την τελευ­ταία του αναπνοή.
«Ποτέ του - όπως έλεγε ό ίδιος - δεν χόρτασε ούτε ψωμί, ούτε ύπνο».
Όλα για τούς άλλους. Τίποτα για τον εαυτό του.
Στην παγωμένη εποχή μας ό όσιος Άνθιμος συνεχίζει να μιλάει και να μάς λέγει: «Αγαπάτε! Αγαπάτε! Θυσιαστεί­τε για τούς άλλους, όπως ό Χριστός θυσιάστηκε για όλους μας».