ΧΑΡΑ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΜΠΑΙΝΟΥΝ
ΕΙΡΗΝΗ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΜΕΝΟΥΝ
ΕΥΛΟΓΙΑ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΦΕΥΓΟΥΝ.



Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΕΧΕΙ ΤΡΙΑ ΠΛΟΚΑΜΙΑ.ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΦΤΩΧΟΥΣ ΤΟΝ ΚΟΥΜΜΟΥΝΙΣΜΟ,
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΟΥΣ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥΣ ΤΗΝ ΜΑΣΟΝΙΑ.
ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ


ΠΙΣΤΗ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΣΙΓΟΥΡΙΑ ΓΙ'ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ
ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΓΙἈΥΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΒΛΕΠΟΥΜΕ!!!!!!!!


Η ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ ΘΕΛΕΙ ΟΧΙ Ν΄ΑΔΕΙΑΣΟΥΝ ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ,ΑΛΛΑ ΝΑ ΓΕΜΙΣΟΥΝ ΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΘΑ ΕΧΟΥΝ ΑΛΛΟΙΩΜΕΝΟ ΤΟ ΦΡΟΝΙΜΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΠΙΣΤΗ.
ΠΑΤΗΡ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ







ΠΟΤΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΘΑ ΠΑΡΕΙ ΘΕΣΗ Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ;


1.Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΗ;

2.Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ;

3.Ο ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΗ;

4.ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΟΙ ΣΥΜΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΜΕ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ;






ΑΡΑΓΕ ΠΟΣΟ ΔΥΣΚΟΛΟ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΘΟΥΝ ΑΥΤΑ ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΣΤΟΥΣ ΠΙΣΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ;



ΤΡΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ

Α) ΤΟΥ ΑΔΑΜ

Β)ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ

Γ)ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΡΩΜΗΣ.

ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ




















Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

ΜΝΗΜΗ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΩΝ


ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΟΣ
ΙΩΑΝΝΟΥ  ΕΚ ΚΟΝΙΤΣΗΣ 
Μαρτύρησε στο Αγρίνιο στις 23 Σεπτεμβρίου 1814

Ο άγιος καταγόταν από την Κόνιτσα και ήταν στην εθνικότητα Τούρκος και φυσικά μουσουλμάνος. Ο πατέρας του ήταν δερβίσης και είχε μάλιστα το αξίωμα του σέχη (ηγούμενος ισλαμικού τάγματος δερβίσηδων). Ήταν δε γνωστός και σεβαστός όχι μόνο στους Τούρκους της Κόνιτσας αλλά και άλλων περιοχών.
Μεγαλώνοντας ο άγιος διδάχθηκε από τον πατέρα του το ισλάμ και έγινε μάλιστα δερβίσης. Είκοσι περίπου χρονών έφυγε από την πατρίδα του και αρχικά εγκαταστάθηκε στα Ιωάννινα ,κατόπιν στο Βραχώρι, σημερινό Αγρίνιο. Εκεί έγινε προσωπικός δερβίσης του πασά Ισουφάραβα ,ο οποίος εκτιμούσε βαθύτατα τον σέχη πατέρα του. Μετά από δύο χρόνια έφυγε ο Ισουφάραβας για τα Ιωάννινα και την θέση του πήρε ο Σουλεϊμάν Μέης. Ο Ιωάννης δεν ακολούθησε τον Ισουφάραβα αλλά ούτε και έκατσε κοντά στον Σουλεϊμάν. Έμεινε στο Αγρίνιο και ζούσε μαζί με τους Χριστιανούς. Παρόλο που είχε γεννηθεί μέσα στην πλάνη είχε το χριστιανικό πολίτευμα έμφυτο Είχε βγάλει τα λευκοπράσινα ρούχα ,περιφερόταν ντυμένος όπως οι Χριστιανοί , συμπεριφερόταν ως χριστιανός ,συναναστρεφόταν τους Χριστιανούς και ο πόθος του ήταν να βαπτισθεί. Κανένας δεν τολμούσε όμως να τον βαπτίσει διότι υπήρχε νόμος με τον οποίο αποκεφαλιζόταν ο κληρικός που τολμούσε να βαπτίσει μουσουλμάνο.
  Έτσι ο άγιος κατέφυγε στην Ιθάκη όπου βαπτίσθηκε και κατηχήθηκε στη χριστιανική ζωή. Τα Επτάνησα τότε βρίσκονταν στην κατοχή των Άγγλων και πολλοί Τούρκοι κατέφευγαν εκεί να βαπτισθούν, όπως και στην παροικία της Βενετίας.
  Μετά το βάπτισμά του επέστρεψε στην περιοχή του Ξηρόμερου, όπου νυμφεύτηκε και εγκαταστάθηκε στο χωριό Μαχαλάς, σημερινό Φυτειές και έκανε το επάγγελμα του δραγάτη, αγροφύλακα. Πρόσεχε δε τις συναναστροφές του να μη γίνει αντιληπτός από τους Τούρκους.
  Έμαθε όμως ο πατέρας του τη μεταστροφή του γιου του στον Χριστιανισμό και έστειλε δυο δερβίσηδες από το τάγμα του να τον βρουν και να τον επιστρέψουν στο ισλάμ. Πράγματι οι δυο απεσταλμένοι κατόρθωσαν να τον εντοπίσουν , όμως ο Ιωάννης ούτε καν που δέχτηκε να τους ακούσει. Ντροπιασμένοι οι δερβίσηδες επέστρεψαν στην Κόνιτσα. Ο τοπικός όμως Τούρκος ηγεμόνας πληροφορήθηκε το γεγονός και έκανε αμέσως έγγραφη αναφορά στον πασά του Αγρινίου , ο οποίος έσπευσε να στείλει στρατιώτες για να φέρουν τον άγιο στο κριτήριο. Εκεί τον ρώτησε για την πατρίδα του, την καταγωγή του , τη θρησκεία του.
Ο άγιος του απάντησε : Χριστιανός είμαι και ονομάζομαι Ιωάννης .
Ύστερα τον ρώτησε αν είναι ο γιος του σέχη της Κόνιτσας και ο νέος δερβίσης.
Ναι, εγώ είμαι, του απάντησε ο άγιος αλλά τώρα είμαι Χριστιανός και Χριστιανός πρόκειται να πεθάνω.
  Γελάστηκες από τη γυναίκα και άλλαξες την πίστη σου . Έλα στα συγκαλά σου, ομολόγησε την παλιά σου πίστη, την αληθινή και εγώ θα σε τιμήσω πολύ περισσότερο από πριν.
  Μη νομίζεις , αγά μου, να γίνω τόσο ανόητος ώστε να αφήσω την αγία πίστη τυ Χριστού , να τυφλωθώ πάλι και να επιστρέψω στη λάσπη του μωαμεθανισμού. Τώρα πους γνώρισα την αλήθεια του Χριστού είναι δυνατόν να την εγκαταλείψω ; Μη γένοιτο.
  Ο πασάς τότε διέταξε να τον κλείσουν φυλακή και να τον βασανίσουν σκληρά. Τα βασανιστήρια που του έκαναν δεν περιγράφονται. Αλυσίδες στο λαιμό, τα πόδια στο τιμωρητικό ξύλο, ραβδισμοί, κτυπήματα στο πρόσωπο, στο κεφάλι και στα πόδια, εξευτελισμός. Ο άγιος τα υπόμενε όλα αγόγγυστα, ευχαριστώντας τον Θεό και προσευχόμενος.
  Μαθαίνοντας ο μουσελίμης τη σταθερή και ακλόνητη πίστη που είχε ο Μάρτυς στον Χριστό φοβήθηκε μη ντροπιαστεί περισσότερο, αν τον ανακρίνει για δεύτερη φορά. Κάλεσε σε συμβούλιο τους ουλεμάδες ( σοφούς) να αποφασίσουν τι θα γίνει με τον Μάρτυρα και το συμβούλιο αποφάσισε ότι αυτός ο άνθρωπος δεν έπρεπε να ζήσει γιατί αρνήθηκε την πίστη τους. Έτσι διέταξε την αποκεφάλισή του.
  Τον έφεραν οι δήμιοι κάτω από τον πλάτανο, στη μέση της λεωφόρου. Ο Ιωάννης ζήτησε να τον λύσουν για να κάνει το σημείο του Σταυρού. Εκείνοι αρνήθηκαν. Τότε φώναξε : Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη Βασιλεία Σου και σκύβοντας το κεφάλι δέχθηκε τον δια ξίφους θάνατο.
   Το άγιο λείψανό του έμεινε εκεί άταφο για να το φάνε τα σκυλιά και κανένας δεν τολμούσε να πλησιάσει. Τελικά οι δήμιοι ,σέρνοντάς το ,το πέταξαν μαζί με την κεφαλή σ’ ένα ρέμα κοντά στην Εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Ύστερα από παρακλήσεις κάποιων Χριστιανών επετράπη να το θάψουν σ’ ένα χωράφι χωρίς καμιά τιμή αφού τάχα ούτε χριστιανός ήταν ούτε μουσουλμάνος. Όμως οι Χριστιανοί κρυφά τον ενταφίασαν κανονικά και με πολλή ευλάβεια.
 Τα λείψανα του αγίου έμειναν εκεί μέχρι το 1819, οπότε με φροντίδα του σπουδαίου λόγιου κληρικού Κύριλλου Καστανοφύλλη, ηγουμένου της Ι. Μονής Προυσσού και συνεργάτου του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, έγινε κρυφά ανακομιδή και μεταφέρθηκαν στην Ι. Μονή Προυσσού. Εκεί, πάλι, για λόγους ασφαλείας, τοποθετήθηκαν στο σπηλαιώδες παρεκκλήσιο πάνω από το Καθολικό της Μονής και εντοιχίστηκαν σε κοίλωμα του βράχου με την εξής επιγραφή : ου μεταλλείον αργυροχρύσου πέλω αλλ’ όλβον φέρω. Πάντα λίθον μη κίνει. Δηλαδή δεν κρύβω ασήμι ή χρυσάφι αλλά πνευματικό πλούτο. Μη μετακινήσεις καμιά πέτρα.
  Το έτος 1974 ,μετά από επίμονες προσπάθειες ,βρέθηκε ο πολύτιμος θησαυρός, ανοίχθηκε η κρύπτη , ανευρέθηκαν τα ιερά λείψανα και ένα κεραμίδι πάνω στο οποίο ήταν χαραγμένα τα στοιχεία : Ούτος ην ο εξ Οθωμανών Ιωάννης ο εν Βραχωρίω υπέρ Χριστού μαρτυρήσας κατά το αωιδ’ Σεπτεμβρίου κγ’.
  Το γεγονός αυτό προκάλεσε βαθύτατη συγκίνηση και στη γενέτειρα του Αγίου, προς τιμήν του οποίου υπάρχει παρεκκλήσι παραπλεύρως του Ιερού Ναού του Αγίου Κοσμά. Χάρις στις ενέργειες του αείμνηστου Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως Πωγωνιανής και Κονίτσης Σεβαστιανού, η Κόνιτσα απέκτησε τμήμα των χαριτόβρυτων λειψάνων, το οποίο έφερε και παρέδωσε σε λειψανοθήκη ο Ηγούμενος της Μονής της Παναγίας Προυσσιώτισσας στις 23 Σεπτεμβρίου 1978, ανήμερα δηλαδή στη μνήμη του αγίου.

ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΠΑΝΤΟΠΩΛΗ ΤΟΥ ΚΑΡΠΕΝΗΣΙΩΤΟΥ.

 
Εξαπάτησις.
Ο Νικόλαος, ο ένδοξος νεομάρτυρας του Χριστού, γεννήθηκε στο Καρπενήσι της Ευρυτανίας από γονείς ευσεβείς και φιλόθεους. Οι γονείς του τον ανάθρεψαν πολύ καλά και χριστιανικά και τον έστειλαν στο σχολείο, όπου και έμαθε τα ιερά γράμματα. Όταν έγινε δέκα πέντε ετών, τον πήρε ο πατέρας του στην Κωνσταντινούπολη, όπου ήταν παντοπώλης και τον είχε στο εργαστήρι του, σ’ ένα μέρος που λεγόταν Ταχτά Καλέ.Απέναντι απ’ το εργαστήρι του είχε το κουρείο του ένας Αγαρηνός φίλος του πατέρα του και που ήξερε καλά τα τουρκικά γράμματα. Σ’ αυτόν λοιπόν έστειλε τον Νικόλαο ο πατέρας του, για να μάθει και τουρκικά γράμματα. Αυτό φυσικά ήταν πολύ επικίνδυνο και μπορούσε να έχει άσχημες συνέπειες για τον νέο, ώστε να τον χωρίσει σιγά – σιγά απ’ την πίστη του Χριστού.
Στον Νικόλαο όμως έγινε εντελώς το αντίθετο. Καθώς, λοιπόν, διδασκόταν τα τουρκικά γράμματα και όπως ήταν πολύ έξυπνος, τα μάθαινε τόσο γρήγορα κι εύκολα, ώστε τον θαύμαζε ο δάσκαλός του και τον φθονούσε για τη γρήγορη πρόοδό του. Έτσι, έβαλε στο μυαλό του και πήρε την απόφαση, αν βρει τρόπο να τουρκέψει τον νέο, να τον κάνει δηλαδή Μωαμεθανό. Μηχανεύτηκε, λοιπόν, το εξής κακούργημα.
Μία μέρα φώναξε κι άλλους Τούρκους, αυτούς που τους έλεγαν Γενίτσαρους. και τους είπε:- Ο παντοπώλης αυτός έχει ένα γιο πολύ φρόνιμο και πολύ έξυπνο στα γράμματα, τόσο, ώστε μόλις του παραδώσω το μάθημα το μαθαίνει αμέσως. Σας παρακαλώ, λοιπόν, αδελφοί, να βοηθήσετε και σεις για να τουρκέψουμε ένα τέτοιο προκομμένο παιδί.
Βρήκε ακόμη και τον τρόπο αυτός και τους τον εξήγησε κι εκείνοι του υποσχέθηκαν ότι θα τον βοηθήσουν σ’ αυτό όσο μπορούν.
Έπειτα από λίγες μέρες έγραψε ο κουρέας το σαλαβάτι, δηλαδή την ομολογία της πίστεώς τους, και το είχε έτοιμο. Όταν ήρθε για το μάθημα ο Νικόλαος, όπως συνήθιζε, αφού του παρέδωσε το μάθημα ο δάσκαλος, στο τέλος του έδωσε στα χέρια το σαλαβάτι και του είπε μπροστά στους Γενίτσαρους που είχαν έρθει εν τω μεταξύ.
- Διάβασε αυτόν τον τεσκερέν.Πήρε το γράμμα ο Νικόλαος, χωρίς να ξέρει ότι είναι το σαλαβάτι τους, και το διάβασε. Αμέσως εκείνοι οι Τούρκοι, σύμφωνα με την εντολή του κουρέα, φώναξαν και του είπαν:
- Έγινες Τούρκος, Νικόλαε, γιατί διάβασες το σαλαβάτι.
Ξαφνιάστηκε από το τέχνασμα ο Νικόλαος και είπε:
- Είμαι Χριστιανός και όχι Μωαμεθανός, όπως λέτε εσείς. Εγώ είμαι υποχρεωμένος να διαβάσω ότι μάθημα μου δώσει ο δάσκαλός μου.
Στον κριτή
Εκείνοι τότε άρπαξαν τον νέο και τον οδήγησαν με τη βία στον καϊμακάμη, δηλαδή στον επίτροπο του Βεζύρη. Όταν τον πήγαν, λοιπόν, στον καϊμακάμη άλλοι φώναζαν, άλλοι ψευδομαρτυρούσαν κι άλλοι κατηγορούσαν κι έλεγαν:
- Αυτός ο άνθρωπος, αφέντη, έκανε σαλαβάτι μπροστά μας κι αν θέλεις να βεβαιωθείς για την αλήθεια, δες και τον τεσκερέ που το έχει γραμμένο και το διαβάζει κάθε ώρα. Τώρα τον παρακινούμε να γίνει Τούρκος κι αυτός κοροϊδεύει την πίστη μας.
- Νικόλαε, αφού έγραψες και διαβάζεις το σαλα­βάτι, γιατί έπειτα δε γίνεσαι Τούρκος; του είπε ο καϊμακάμης.Τότε χωρίς καμιά δειλία και με τόνο πολύ έντονο αποκρίθηκε στον κριτή ο Νικόλαος.
- Σήμερα, ύστερα απ’ το μάθημα, ο δάσκαλός μου μου έδωσε κι αυτό το γράμμα και μου είπε να το διαβάσω, αλλά εγώ δεν ήξερα ότι είναι το σαλαβά­τι σας. Εγώ, νόμιζα ότι επειδή είναι δάσκαλός μου, είμαι υποχρεωμένος να διαβάσω ότι γράμμα μου δώσει.
- Επειδή, Νικόλαε, διάβασες το σαλαβάτι πρέπει να γίνεις Τούρκος, ξαναείπε ο κριτής. Εγώ έπειτα θα σού δώσω μεγάλο αξίωμα, όποιο θέλεις. Θα σε πλουτίσω, θα σε τιμήσω και θα σε δοξάσω μέσα στα βασίλεια.
- Εγώ είμαι Χριστιανός και τον Χριστό μου πιστεύω Θεό αληθινό, απάντησε ο Άγιος. Οι τιμές και τα αξιώματα που μου υπόσχεσαι δε μου χρειάζονται. Εγώ τον Χριστό μου δεν τον αρνούμαι. Στο Χριστό πιστεύω. για το όνομά Του πεθαίνω. Τούρκος δεν γίνομαι.
Περιτομή με τη βία
Βλέποντας ο καϊμακάμης ότι δεν κατορθώνει τίποτε, κάνει το εξής: Διατάζει να δέσουν τα χέρια του πίσω και να τον κρεμάσουν σ’ ένα στύλο του μεγάρου του, κι έπειτα του λέει:
- Νικόλαε, δες τι πρόκειται να σου κάνομε. Γι’ αυτό γίνε με το καλό Τούρκος.
- Είσαι εξουσιαστής, γι’ αυτό κάνε ότι θέλεις, απάντησε ο νέος. Εγώ είμαι Χριστιανός. Δε λέει το κιτάπι σας (το Κοράνιο) να μη κάνετε Τούρκο με τη βία κανένα;
Τότε έδωσε διαταγή ο κριτής να του κάνουν περιτομή, νομίζοντας ότι θα πεισθεί έτσι και θα ομολογήσει τη θρησκεία τους σαν αληθινή. Αυτός όμως πιο έντονα ακόμη φώναζε:
- Γιατί με κόβετε; εγώ είμαι Χριστιανός. Στον Χριστό μου πιστεύω σαν Θεό αληθινό. Και το σώμα μου όλο αν το κατακόψετε σε μικρά κομματάκια, τον Χριστό μου δεν τον αρνούμαι. Σ’ αυτόν πιστεύω, αυτόν λατρεύω, αυτόν έχω βοηθό, που στέκεται αόρατα και με δυναμώνει.
- Συ έκανες σαλαβάτι, Νικόλαε, του είπαν πάλι οι Τούρκοι, κι εμείς σου κάναμε περιτομή, τώρα είσαι Τούρκος.
- Ψέματα λέτε. εγώ είμαι Χριστιανός και μόνο στον Χριστό μου πιστεύω, ήταν η σταθερή απάντηση του Αγίου.
Φυλάκιση και βασανιστήρια
Βλέποντας ο καϊμακάμης ότι ούτε και με την περιτομή δεν κατόρθωσε τίποτε, έδωσε διαταγή να τον βάλουν στη φυλακή των κακούργων και των φονιάδων, δίνοντας παραγγελία στους φύλακες να μη του δώσουν ούτε ψωμί, ούτε νερό. Έτσι έμεινε στη φυλακή εξηνταπέντε μέρες. Έπειτα τον αποφυλάκισαν και τον πήγαν πάλι στον καϊμακάμη, ενώ το πρόσωπό του ήταν χαρούμενο και λαμπρό σαν να ήταν σε συμπόσιο γάμου. Οι κατήγοροί του εν τω μεταξύ φώναζαν:
- Ή να γίνει Τούρκος ή να θανατωθεί.
Ο καϊμακάμης τον ρώτησε πάλι αν τυχόν μετανόησε και δέχεται την πίστη του Μωάμεθ. Αυτός όμως πήρε περισσότερο θάρρος και με μεγαλύτερη τόλμη φώναζε:
- Είμαι Χριστιανός και στον Χριστό μου πιστεύω. Δεν αρνούμαι των Χριστό μου κι αν μου κάνετε μύρια βασανιστήρια.
Τον φυλάκισαν, λοιπόν, πάλι και συχνά τον έδερναν αλύπητα. Ενώ βρισκόταν στη φυλακή και μαστιγωνόταν άσπλαχνα απ’ τους αιμοβόρους δημίους, τον επισκέφθηκε ο Αγαρηνός που ήταν ιδιοκτήτης του εργαστηρίου κι επειδή ήταν πάμπλουτος, του υποσχόταν να του δώσει την θυγατέρα του μαζί με πολύ μεγάλη προίκα και εργαστήρια με μεγάλη αξία, αν γινόταν Τούρκος. Αυτά όμως όλα τα θεώρησε ο Νικόλαος σαν όνειρα και σκιά και σκόνη.
- Εγώ, έλεγε, έχω πλούτο που δεν μπορούν να τον κλέψουν μέσα στην καρδιά μου, την πίστη του Χριστού μου. Αυτός μου έχει ετοιμάσει στον ουρανό δόξα αμάραντη και τιμή ανυπέρβλητη, χαρά και βασιλεία ατέλειωτη, που για το πολλοστημόριό της δεν είναι αντάξιος όλος ο κόσμος.
Όταν τ’ άκουσε αυτά απ’ το Μάρτυρα ο Αγαρηνός, έφυγε άπρακτος. Έπειτα πάλι με διαταγή του καϊμακάμη αποφυλάκισαν τον Άγιο και τον πήγαν στον κριτή. Ο κριτής βλέποντάς τον πολύ νέο και το πρόσωπό του φωτεινό άρχισε με πολλή ημερότητα να τον κολακεύει.- Άκουσέ με, νέε μου, και μη θέλεις τόσο πρόωρα να χάσεις τη ζωή σου. Έλα στην πίστη μας και τότε θα καταλάβεις την ωφέλεια και το καλό της, επειδή τώρα είσαι ανήλικος και δε μπορείς να καταλάβεις την αλήθεια.- Είμαι Χριστιανός και Χριστιανός θέλω να πεθάνω, επανέλαβε με θάρρος πάλι ο μάρτυρας. Γιατί καθυστερείτε; Αυτή τη χάρι μόνο σας ζητώ, να μου δώσετε όσο γίνεται γρηγορότερα τον θάνατο.
Μαρτύριο
Ακούγοντας αυτά ο κριτής και βλέποντας απ’ την ασάλευτη στάση του ότι δεν ήταν δυνατό να τον αλλάξει απ’ την πίστη του Χριστού, για να μη ντροπιάζεται περισσότερο, διέταξε να τον αποκεφαλίσουν. Τον παρέδωσε, λοιπόν, στον έπαρχο κι εκείνος τον έδεσε και τον έφερε στο εργαστήρι του, στον Ταχτά Καλέ. Περνώντας απ’ εκεί ο Μάρτυρας, ήταν όλος χαρά και το πρόσωπό του άστραφτε σαν να πήγαινε σε γάμο κι όχι στον θάνατο.Όταν έφθασε στον καθορισμένο τόπο του Μαρτυρίου, γονάτισε ο Άγιος και όσο μπορούσε άπλωσε το λαιμό του, για να τον αποκεφαλίσει ο δήμιος εύκολα και γρήγορα. Του έκοψαν το κεφάλι ενώ προσευχόταν, στις 23 Σεπτεμβρίου του έτους 1672 και έτσι πήρε το στεφάνι του Μαρτυρίου.Μερικοί Χριστιανοί πήγαν στον κριτή και του έδωσαν αρκετά χρήματα, για να πάρουν το Άγιο λείψανο. Έπειτα το μετέφεραν και το έθαψαν με ευλάβεια στο Μοναστήρι της Παναγίας που ονομάζεται Χάλκη.Πολλά θαύματα έγιναν με το αίμα το μαρτυρικό του Αγίου και θεραπεύτηκαν πολλές αρρώστιες. Κάποιος ευλαβής πήρε το μαντήλι που είχαν δεμένα τα μάτια του Μάρτυρα, όταν τον αποκεφάλισαν, όπως ήταν συνήθεια, κι αφού το έβαλε πάνω σε κάποιον άνθρωπο που είχε θέρμη χρόνια, τον γιάτρεψε αμέσως με τη χάρη και τη μεσιτεία του Αγίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου