ΧΑΡΑ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΜΠΑΙΝΟΥΝ
ΕΙΡΗΝΗ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΜΕΝΟΥΝ
ΕΥΛΟΓΙΑ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΦΕΥΓΟΥΝ.



Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΕΧΕΙ ΤΡΙΑ ΠΛΟΚΑΜΙΑ.ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΦΤΩΧΟΥΣ ΤΟΝ ΚΟΥΜΜΟΥΝΙΣΜΟ,
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΟΥΣ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥΣ ΤΗΝ ΜΑΣΟΝΙΑ.
ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ


ΠΙΣΤΗ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΣΙΓΟΥΡΙΑ ΓΙ'ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ
ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΓΙἈΥΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΒΛΕΠΟΥΜΕ!!!!!!!!


Η ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ ΘΕΛΕΙ ΟΧΙ Ν΄ΑΔΕΙΑΣΟΥΝ ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ,ΑΛΛΑ ΝΑ ΓΕΜΙΣΟΥΝ ΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΘΑ ΕΧΟΥΝ ΑΛΛΟΙΩΜΕΝΟ ΤΟ ΦΡΟΝΙΜΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΠΙΣΤΗ.
ΠΑΤΗΡ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ







ΠΟΤΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΘΑ ΠΑΡΕΙ ΘΕΣΗ Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ;


1.Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΗ;

2.Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ;

3.Ο ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΗ;

4.ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΟΙ ΣΥΜΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΜΕ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ;






ΑΡΑΓΕ ΠΟΣΟ ΔΥΣΚΟΛΟ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΘΟΥΝ ΑΥΤΑ ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΣΤΟΥΣ ΠΙΣΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ;



ΤΡΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ

Α) ΤΟΥ ΑΔΑΜ

Β)ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ

Γ)ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΡΩΜΗΣ.

ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ




















Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2011

ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΟΥ ΚΑΡΣΛΙΔΗ.

ΓΕΩΡΓΙΕ ΟΣΙΕ ΕΥΛΟΓΕΙ ΗΜΑΣ ΟΥΡΑΝΟΘΕΝ
Η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΤΙΜΑΤΕ ΣΤΗΣ 4 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ(ΚΟΙΜΗΣΗΣ)
&
9 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ Η ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΩΝ ΧΑΡΙΤΟΒΡΥΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΑΥΤΟΥ
Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου,π. Γεώργιος Καρσλίδης, ο προορατικός Γέροντας
 Στο κείμενο του π. Μωυσή ο άγιος Γεώργιος αναφέρεται ως Γέροντας, γιατί δεν είχε γίνει ακόμη η κατάταξή του στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ο μακάριος Γέροντας Γεώργιος καταγόμενος από τον Πόντο γνώρισε από πολύ νωρίς την ορφάνια και την μοναξιά. Μετά από διώξεις και φυλακίσεις από το άθεο καθεστώς της Γεωργίας, φθάνει στην Ελλάδα, όπου ζώντας ασκητικά και με θερμή πίστη, χαριτώνεται ο ταπεινός και άξιος λειτουργός του Υψίστου με χαρίσματα διακρίσεως, διοράσεως, προοράσεως και προφητείας.
Συμπληρώνονται εφέτος 46 έτη από την μακαρία εκδημία του αοιδίμου πατρός Γεωργίου, που γεννήθηκε στην Αργυρούπολη του Πόντου το 1901. Νωρίς ορφάνεψε και την ανατροφή του ανέλαβε η ευλαβής γιαγιά του. Μετά τον θάνατο της γιαγιάς του και της αδελφής του αναχωρεί με τον παππού του για το Ερζερούμ, την Θεοδοσιούπολη της Μεγάλης Αρμενίας. Ο θάνατος και του παπ πού του και η κακομεταχείριση του αδελφού του τον φέρνουν στα μέρη του Καυκάσου Μόνος, φτωχός, πονεμένος κι αναγκεμένος, συντροφευόμενος από αγίους σε όνειρα και οράματα, φθάνει στην Τυφλίδα της Γεωργίας και οδηγείται από τον εκεί επίσκοπο στην Ιερά Μονή της Ζωοδόχου Πηγής. Ενδύεται το τίμιο του μοναχού ένδυμα στην ηλικία μόλις των εννέα ετών. Θα το διατηρήσει επί μισό αιώνα.
Η κουρά του
Αγάπησε την άσκηση και την προσευχή από παιδί. Στις 20 Ιουλίου 1919 κείρεται μοναχός και από Αθανάσιος ονομάζεται Συμεών. Κατά την ώρα της κουράς του λέγεται πως οι καμπάνες σήμαιναν μόνες τους.Στην Μονή συνάντησε έναν θείο του επίσκοπο, που τον βοήθησε πνευματικά. Το άθεο καθεστώς της επανάστασης του 1917 δίωξε την Εκκλη σία, τον κλήρο και τον μοναχισμό. Μαζί με άλλους μοναχούς της μονής του φυλακίσθηκε σε μια ανήλια και υπόγεια φυλακή, απ΄ όπου περνούσαν υπόνομοι. Υπέμεινε μεγάλες και φρικτές κακουχίες με ελπίδα στον Θεό. Πολλοί αδελφοί του τελείωσαν μαρτυρικά τον βίο τους εκεί. Με την βοήθεια της Παναγίας γλύτωσε από βέβαιο θάνατο. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1925 χειροτονήθηκε ιερεύς κι ονομάσθηκε Γεώργιος. Λειτουρ γούσε στα γεωργιανά.Σύντομα απέκτησε φήμη διακριτικού, διορατικού και προορατικού Γέροντος. Πολύς κόσμος ερχόταν από μακριά για να γνωρίσει και να συμβουλευθεί τον νεαρό ιερομόνα χο. Το 1923 από την Τυφλίδα μεταβαίνει στο Σουχούμ. Στις συχνές θείες λειτουργίες του μνημόνευε πολλά ονόματα. Στο κελλί του μελετούσε και προσευχόταν συνεχώς Η εγκράτεια, η άσκηση, η αγρυπνία και η νηστεία ήταν αδιάκοπες. Οι προφητείες του εκπληρώνονταν Όλοι τον πλησίαζαν ως άγιο. Το 1929 καταφέρνει να έλθει στην Ελλάδα.
Δοξάζει τον Θεό για την σωτηρία του. Ο Πόντος, η Γεωργία και η Ρωσία μένουν στην μνήμη του ως τόποι αγώνων, μαρτυρίων και θυσιών. Από την Θεσσαλονίκη, όπου φθάνει στις 19 Οκτωβρίου 1929, μεταβαί νει στην Κατερίνη και στα χωριά Αλώνια και Κούκκος, Μικρό Δάσος του Κιλκίς και τέλος το 1930 στην Σίψα της Δράμας. Οι κακουχίες της φυλακής της Γεωργίας τον είχαν αφήσει ημιπαράλυτο, πολύ αδύναμο και πολλές φορές δυσκολευόταν πολύ να περπατήσει, ώστε τον σήκωναν στα χέρια, για να μετακινηθεί.Όλη η περιουσία του ήταν λίγα εκκλησιαστικά βιβλία στην γεωργιανή γλώσσα, ιερατικά άμφια, εικόνες και μέρος των λειψάνων της αδελφής του Άννας. Κόσμος πολύς αρχίζει να τον πλησιάζει για να βοηθηθεί. Ο φιλόθεος, φιλάγιος, φιλάδελφος και φιλάνθρωπος πατήρ κάνει παρακλήσεις, εξομολογεί και νουθετεί. Το 1938 κτίζει το μοναστηράκι της Αναλήψεως. Εκεί θα λειτουργεί, θα εξομολογεί, θα κηρύττει, θα προλέγει, θα θαυματουργεί επί μία ολόκληρη εικοσαετία. Ο ναός και το κελλί του γίνονται κολυμβήθρα Σιλωάμ για σωματικές και ψυχικές ασθένειες πολλών.
Μεταβαίνει προσκυνητής στα Ιε ροσόλυμα και το Άγιον Όρος κι έχει συναντήσεις με ιερές μορφές, που τον πείθουν να μείνει εκεί που είναι, γιατί έχει μεγάλη ανάγκη ο πιστός λαός την παρουσία και την μαρτυρία του. Το 1941 κατά θαυμαστό τρόπο σώζεται από βέβαιο θάνατο από τους Βούλγαρους, που τον είχαν συλλάβει προς εκτέλεση. Όλη η ζωή του κυλά μέσα σ΄ ένα συνεχές θαύμα. Με την βοήθεια του αγίου Νικολάου θεραπεύεται, ώστε να μπορεί κάπως ν΄ αυτοσυντηρείται.
Πάντα λιτός, απλός, νηστευτής, άγρυπνος, φιλάσθενος και δεόμενος. Λιγομίλητος, προσεκτικός, αυστη ρός και σοβαρός. Σε μεγάλη ανάγκη επισκεπτόταν φτωχούς κι ασθενείς. Είχε βοηθηθεί ο ίδιος κι έτσι μπορούσε να βοηθήσει και τους άλλους.Κατά την αγία προσκομιδή μνημόνευε χιλιάδες ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων. Μάλιστα σημείωνε ορισμένα και στο τέλος της θείας Λειτουργίας καλούσε ιδιαίτερα τους συγγενείς και τους έλεγε τα προβλήματα των ζώντων η των κοιμηθέντων και πως τέλειωσαν τον βίο τους. Καθαροί και αθώοι άνθρωποι τον έβλεπαν ως λειτουργό να μην πατά στήν γή.
Στις αναίμακτες θείες ιερουργίες ήταν φωτεινός, ειρηνικός και χαρούμενος. Συλλειτουργούσε με αγίους. «Σπάνια λειτουργώ μόνος μου», έλεγε ο Γέροντας Είχε ιδιαίτερη ευλάβεια στην Παναγία, στον Τίμιο Πρόδρομο και τον άγιο Γεώργιο! Πολλούς ασθενείς κι αναγκεμένους ανθρώπους τους έστελνε σε διάφορους αγίους και με την ευχή του γίνονταν καλά. Από ταπείνωση δεν ήθελε να τιμάται η αναξιότητά του, αλλά να δοξάζεται ο θεός από τους αγίους του. Τους αγίους ονόμαζε μουσαφίρηδες. Είχε την χάρη να βλέπει την ψυχική κατάσταση των εκκλησιαζομένων.
Ο Γέροντας ήταν αυστηρός τηρητής των Ιερών Καvώνων της Εκκλησίας. Δεν ήταν εύκολος σε ανεπίτρεπτες «οικονομίες». Γινόταν πιο αυστηρός στους αμετανόητους. Το λειτούργημα του Πνευματικού το είχε πολύ υψηλά και το είχε λάβει πολύ σοβαρά. Δεν ήθελε οπαδούς να τον κολακεύουν. Είχε πάντα μια διακριτική αυστηρότητα. Αποσκοπούσε συστηματικά στην ταπείνωση του εξομολογουμένου, στην αληθινή συντριβή και μετάνοια προς σωτηρία ψυχών αθανάτων.
Ο χαρισματούχος ποιμένας
Η θερμή πίστη, η ασκητική βιοτή, η καθαρή ζωή χαρίτωσαν τον ταπεινό κι άξιο λειτουργό του Υψίστου με χαρίσματα διακρίσεως, διοράσεως, προοράσεως και προφητεί ας. Ο Θεός φώτιζε τον μακάριο Γέροντα έτσι που τα μακρινά και τα παρελθόντα να τα βλέπει ως πλησίον και παρόντα, όπως και άλλοτε τα μέλλοντα, καθώς διηγούνται με θαυμασμό πολλά πνευματικά του τέκνα. Μερικοί που αμφέβαλλαν για τα χαρίσματα του Γέροντα δεν αργούσαν, όταν τον γνώριζαν καλά, να διαπιστώσουν πως πράγματι ήταν αληθινός άνθρωπος του Θεού. Ο Γέροντας χρησιμοποιούσε τα χαρίσματα προς βοήθεια και σωτηρία των ψυχών κι όχι για να εκθέσει και ντροπιάσει ανθρώπους ή να καυχηθεί και να προβληθεί ο ίδιος. Με δάκρυα πολλά μιλούσε καθαρά για τα επερχόμενα δεινά· την κατοχή του 1940, την επιδρομή των Βουλγάρων, τον εμφύλιο πόλεμο. Διάβαζε τις καρδιές των ανθρώπων σαν ανοιχτό βιβλίο Για να διατηρείται στην ταπείνωση, μερικές φορές προσποιόταν μωρία, διά Χριστόν σαλότητα. Η αρετή θέλει πολύ κόπο για ν΄ αποκτηθεί και περισσή τέχνη για να διαφυλαχθεί.Ο Γέροντας στο ποιμαντικό του έργο έδειχνε ιδιαίτερη προσοχή στις γυναίκες, που λόγιο του πλούσιου συναισθηματικού τους κόσμου εύκολα υπερβάλλουν στις τιμές των άλλων. Ήταν διακριτικά αυστηρός μαζί τους. Έκρυβε όμως μια καρδιά με μεγάλη αγάπη για όλους. Η ελεημοσύνη του ήταν πάντοτε μυστική. Μόλις σκοτείνιαζε έστελνε κρυφά μ΄ έμπιστους δικούς του ανθρώπους αναγκαία τρόφιμα και ρούχα στα σπίτια των φτωχών. Παρηγορούσε τους πενθούντες και φρόντιζε προ σεκτικά τους νεκρούς. Αγαπούσε τα παιδιά, τα συμβούλευε στοργικά και τους μοίραζε απλόχερα δώρα. Έκρυβε πάντα τον εαυτό του και δεν ήθελε να φαίνεται και να τιμάται. Ο Γέροντας δεν ήθελε κανένας να φύγει από το μοναστήρι νηστικός. Μαγείρευε, φούρνιζε ψωμί και μοίραζε σε όλους ευλογία. Ήταν εργατικός, ακούραστος, ελεήμων και φιλάνθρωπος.Οι πιστοί έτρεφαν για όλα αυτά σεβασμό και αγάπη στον Γέροντα. Δεχόταν την αγάπη των τέκνων του, αλλά δεν την προκαλούσε και δεν την επιθυμούσε. Ήταν ταπεινός κι αγα πούσε ιδιαίτερα να μιλά για την αγία ταπείνωση. Ζούσε τελικά σε μια ιερή μοναξιά. Οι πολλοί των ανθρώπων δεν τον κατανοούσαν και μερικοί μάλιστα τον παρεξηγούσαν. Λίγοι μπορούσαν να καταλάβουν καλά το βάθος της πνευματικότητος του.
Η κοίμησή του
Προείδε και προείπε επακριβώς το μακάριο τέλος του. Προετοιμα­σμένος από καιρό το ανέμενε με περισσότερη προσευχή δίνοντας τις τελευταίες συμβουλές στ΄ αγαπητά πνευματικά του τέκνα. Τρεις μέρες πριν τον θάνατο του τελέσθηκε το μυστήριο του ιερού ευχελαίου. Μετάλαβε των αχράντων μυστηρίων. Συγχώρεσε, ευλόγησε κι ευχήθηκε όλους. Κοιμήθηκε στις 4 Νεομβρίου 1959. Οι τελευταίες λέξεις που ακούσθηκαν από τα χείλη του ήταν: «Της ευσπλαγχνίας την πύλην άνοιξον, ευλογημένη Θεοτόκε».Ένα ορφανεμένο, πενθηφόρο κι απαρηγόρητο πλήθος τον ακολούθησε στην τελευταία κατοικία του, πίσω από τον ιερό ναό της Αναλήψεως, όπου λειτουργούσε επί τριάντα περίπου χρόνια. Το πρόσωπο του ήταν ειρηνικό, ιλαρό και φωτεινό. Το νεκρό του σώμα ευλύγιστο, όπως των Αγιορειτών. Τα δύο κυπαρίσσια πλάι στον τάφο του λύγισαν σαν για να τον προσκυνήσουν, όπως είχε προείπει, και πολλά πουλιά συνάχθηκαν την ώρα της ταφής του, δίχως να φοβούνται τον πολύ κόσμο. Όλοι ήταν πλέον βέβαιοι ότι κηδεύεται και θάβεται ένας άγιος, ζήτησε να τον θάψουν με τα άμφιά του, τον σταυρό του και τα λειτουργικά του βιβλία που είχε από την Γεωργία.
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
Η οσιακή μορφή του Γέροντα και μετά την μακάρια κοίμησή του συνεχίζει να μιλά στις καρδιές πολλών πιστών και μάλιστα με σημεία δυνατά, να παρηγορεί κι ενισχύει ψυχές διψώντων. Η ευλάβεια όλων, που φανερώνεται με διαφόρους τρόπους και με την διήγηση της ωφέλειας, που έλαβαν από την ανάγνωση της ευρύτατα κυκλοφορούσης βιογραφίας του, είναι η καλύτερη μαρτυρία της και μετά θάνατον μυστικής προσφοράς του. Όσοι τον επικαλούνται θερμά δεν απογοητεύονται εύκολα. Απλοί, φτωχοί και άσημοι, μοναχοί και λαϊκοί, αλλά συνήθως ευσεβείς και ταπεινοί άνθρωποι, όπως ο Γέροντας, είναι οι αναγνώστες του θαυμαστού βίου του, που συγκινεί και κατανύσσει. Η δίχως έμμονη εκζήτηση ονείρων, οραμάτων και θαυμάτων, αλλά η ειρηνική και ευφρόσυνη παρουσία αυτών στους επικαλουμένους το όνομά του φανερώνει την γνησιότητα και την αξία τους.
Η μοναχή Μαρία, από Μονή της Καλαμάτας, μετά την ανάγνωση του βίου του Γέροντα, πήρε ευλογία να επισκεφθεί το μοναστήρι του. Το ταξίδι ήταν πράγματι καθοδηγούμενο από τον Γέροντα, αφού όλα ευκολύνθηκαν κι έφτασε άνετα κι αίσια στο μοναστήρι. Στον ναό που δεν λιβάνιζαν αισθάνθηκε άρρητη ευωδία και στο δωμάτιο του ξενώνα που φιλοξενείτο είδε θαυμαστό φως, που της προκάλεσαν κατάνυξη και δέος για την ουράνια επίσκεψη και την εξαίσια υποδοχή στο μοναστήρι του. Η παρουσία του Γέροντα ήταν αισθητή στον ιερό χώρο. Προσκυνώντας στο τάφο του πείσθηκε πως είχε γνωρίσει ένα μεγάλο προστάτη στην ζωή της, ένα καινούργιο μεσίτη στον Θεό και πως η Μονή φυλάγει έναν πολύτιμο θησαυρό, γι΄ αυτό και νοερά κι΄ ευγνώμονα βρίσκεται εκεί, όπως και πολλές φιλομόναχες ψυχές.
Η μητέρα του κ. Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου, κατοίκου Σίψας, τα χαράματα της 4ης Νοεμβρίου 1959 βγήκε στην αυλή του σπιτιού της για κάποια δουλειά και αντίκρυσε θέαμα εξαίσιο. Φωτεινή στήλη κατέ­βαινε από τον ουρανό και κατέληγε πίσω από το ιερό βήμα του ναού της Αναλήψεως στο μοναστήρι. Μπήκε συγκινημένη στο σπίτι και είπε στους δικούς της: «ο Γέροντας έφυγε για τον ουρανό».
Η κ. Αναστασία Τοκμακίδου διηγείται τα εξής: «Ήθελα να κάνω σαρανταλείτουργο για την μητέρα μου στο μοναστήρι, μετά τον θάνατο του Γέροντα. Το κάναμε τέσσερις οικογένειες μαζί, για να μας στοιχί­σει πιο φθηνά, γιατί τότε ήταν φτώ­χεια. Δώσαμε τα ονόματα και άρχισε το σαρανταλείτουργο. Στο τέλος πήγαμε όλες μαζί για να διαβάσουμε το κόλλυβο. Πήγαμε το βράδυ στον εσπερινό και μετά μείναμε στον ξενώνα του μοναστηριού. Στις 12 η ώρα, ενώ ήταν παντού ησυχία κι εγώ ακόμη δεν είχα κοιμηθεί, ακούω κουδουνάκια, όπως του θυμιατού και νόμιζα ότι ήταν αρνάκι που ήταν έξω. Το πρωΐ, όταν τελείωσε ή Θεία Λειτουργία, την ώρα που πίνα­με καφέ με την Γερόντισσα Άννα, την ρώτησα αν έχουν αρνάκι με κου­δουνάκια. και μου απάντησε: «Αρνάκι δεν έχουμε, αλλά ο Γέρο­ντας ήλθε να σας θυμιάσει».
Η Γερόντισσα Άννα (Μακκαβαίου) μοναχή της Μονής, όταν με καυτά δάκρυα προσευχόταν στον τάφο του Γέροντα, την ήμερα που η σημερινή ηγουμένη (σημείωση VatopaidiFriend: νυν ήδη μακαριστή Γερόντισσα Ακυλίνα) επρόκειτο να υποστεί σοβαρή χειρουργική επέμβαση (τον Νοέμβριο του 1973), άκουσε καθαρά την φωνή του Γέροντα από τον τάφο να της λέγει: «Μη φοβάσαι Γερόντισσα, θα γίνει καλά». Τότε ένιωσε μεγάλη παρηγο­ριά και χαρά γέμισε την ψυχή της.Πράγματι ο ιατρός ομολόγησε μόνος του ότι ένιωθε κάποιον που του οδήγησε το χέρι στην κρίσιμη στιγμή και είπε καθώς έβγαινε από το χειρουργείο πως κάποιον άγγελο έχει αυτή η ψυχή.
 Ο π. Γεώργιος ήταν ακόμη προικισμένος με πολλά θεϊκά χαρίσματα. Αυτό όμως δεν ήταν πιστευτό από όλους τους ιερείς. Ένας δε εξ αυτών, ο πνευματικός Παπα-Χαράλαμπος συνιστούσε στα πνευματικά του παιδιά να μην επισκέπτονται ούτε να συμβουλεύονται τον π. Γεώργιο. «Ήρθες επιτέλους, παπα-Χαράλαμπε;», του είπε κάποτε ο Γέροντας μόλις τον αντίκρυσε. Τότε ο παπα-Χαράλαμπος έκπληκτος που τον γνώριζε χωρίς κάν να τον ξαναδεί και μετανοημένος για τη συμβουλή που είχε δώσει στα πνευματικά του τέκνα, έσκυψε και του φίλησε το χέρι. (Από το στόμα της Κλειώς Κων/δου)
Ο π. Γεώργιος για να δυναμώνει τη πίστη του ποιμνίου του, τους έλεγε ότι αν έχουν πίστη και στη φωτιά να πέσουν δε θα καούν γιατί ο Θεός θα τους γλυτώσει. Μια Κυριακή πρωί εθεάθη κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας να μην πατάει στη γη αλλά να είναι μετάρσιος. (Από το στόμα του Περικλή Καζαντζίδη)
Ο π. Γεώργιος ως Θεοφόρος και Θεόπτης ήταν υπέρμαχος της ορθόδοξης εκκλησιαστικής διδασκαλίας «εξ άκρας συλλήψεως» (=δηλ. από τη πρωταρχική στιγμή της συλλήψεως του ανθρωπίνου εμβρύου), μιας διδασκαλίας που έχει διατυπωθεί δογματικά ως «Όρος Πίστεως» της Γ΄Οικουμενικής Συνόδου αναφορικά με τη Σύλληψη-Ενανθρώπηση του Θεανθρώπου Κυρίου. Γι’ αυτό και καταδικάζει το έγκλημα των αμβλώσεων.
Ο Γέροντας συμβουλεύοντας τα πνευματικά του παιδιά τονίζει ότι πρέπει να νηστεύουν σωστά, γιατί η νηστεία είναι μια άσκηση για τον χριστιανό. Είναι λάθος να νηστεύεις, έλεγε, μια εβδομάδα στην αρχή και μια εβδομάδα στο τέλος της νηστείας. Πάνω σ’ αυτό το θέμα ανέφερε μια μέρα και το εξής παράδειγμα: «Όταν είσαι πάνω σε μια γέφυρα και βρέχει δυνατά κι έχεις απλωμένο ένα σχοινί κι αρχίζεις να το μαζεύεις, επειδή βρέχεσαι δεν το κόβεις για να φύγεις, αλλά περιμένεις να το μαζέψεις όλο κι άς βρέχεσαι. (Από το στόμα του Περικλή Καζαντζίδη)
Τόνιζε ακόμη ο π. Γεώργιος ότι οι ανάδοχοι δεν πρέπει να μαλώνουν και ότι ο κάθε χριστιανός πρέπει να βαφτίσει το λιγώτερο τρία παιδιά. Το καθήκον του νουνού, έλεγε, είναι να μαθαίνει στα βαφτιστικά του από μικρά να πηγαίνουν Εκκλησία, να κοινωνούν τακτικά, να ακολουθούν το σωστό δρόμο, να γίνουν καλοί άνθρωποι και χριστιανοί. (Από το στόμα του Περικλή Καζαντζίδη)

Ἀπολυτίκια.Ήχος Πλ. Του Α΄. Τον συνάναρχον Λόγον.
Ἀναλήψεως μάνδρας σεπτόν δομήτορα, χαροποιοῦ πένθους μύστην,
καρδιακῆς προσευχῆς, ταπεινώσεως και νήψεως το ἔσοπτρον,ὕμνοις, Γεώργιον, πιστοί, ὥσπερ ὁμολογητῶν, τιμήσωμεν νέον εὖχος,
βοῶντες, φρούρει θεόθεν, σημειοφόρε, τους ἱκέτας σου.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου